Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Πλούσια χώρα, αλλά «καταραμένη», το Κονγκό


Κωπηλατώντας στον ποταμό Κόνγκο της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Μετά τον Αμαζόνιο, είναι ο ποταμός που διοχετεύει τον Ατλαντικό με το περισσότερο γλυκό νερό στον πλανήτη.
Η σχέση του Κονγκό με τη Δύση ξεκινά τον 16ο αιώνα με τους Πορτογάλους εξερευνητές, ωστόσο δεν θα έπεφτε κάποιος έξω εάν άρχιζε πολύ αργότερα, τον 19ο αιώνα. Για την ακρίβεια, η ιστορία της απέραντης αυτής χώρας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα όνομα: Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ. Αν δεν τον γνωρίζετε, υπήρξε ο πιο διάσημος δημοσιογράφος της βικτωριανής εποχής. Πολιτογραφημένος Αμερικανός, αλλά με ουαλλικό αίμα, εγκαταλελειμμένο από τους γονείς του παιδί με το στίγμα του «μπάσταρδου» να τον έχει στιγματίσει ισοβίως, ο Στάνλεϊ πέτυχε το δημοσιογραφικό scoop του αιώνα με τον εντοπισμό του Σκωτσέζου εξερευνητή Ντέιβιντ Λίβινγκστον στα βάθη της αφρικανικής ζούγκλας το 1871.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο κατόρθωμά του ήρθε τρία χρόνια αργότερα, όταν ως ανταποκριτής της αγγλικής εφημερίδας Telegraph και της αμερικανικής The New York Herald, εξερεύνησε επί τρία συναπτά έτη (1874-1877) την καρδιά της αφρικανικής ηπείρου, διανύοντας τα 3.000 χιλιόμετρα του ποταμού Κόνγκο και διεισδύοντας σε μια απέραντη, σκοτεινή, άγρια περιοχή οργιώδους βλάστησης, αφόρητης υγρασίας και αναρίθμητων ασθενειών και μολύνσεων, στην οποία δεν είχε προηγουμένως πατήσει λευκός. Εως τότε οι διάφορες ευρωπαϊκές εξερευνητικές αποστολές εξαντλούνταν στις ακτές της ηπείρου. Ο Στάνλεϊ, όμως, είχε φτάσει στην καθαρή «καρδιά του σκότους», στον ποταμό «που καταπίνει όλους τους ποταμούς».

Τυχοδιωκτικός τύπος, ο Στάνλεϊ μετανάστευσε από την Αγγλία στην Αμερική στα 18 του, βρέθηκε να πολεμά... και από τις δύο πλευρές του αμερικανικού εμφυλίου και στη συνέχεια να καλύπτει ως πολεμικός ανταποκριτής τις σφαγές των Ινδιάνων. Ισως λοιπόν να μην είναι τυχαίο ότι κατά την εξερεύνηση του Κονγκό θα χρησιμοποιήσει με χαρακτηριστική ευκολία βίαιες μεθόδους εις βάρος άοπλων ιθαγενών, συχνά γυναικόπαιδων. Αλλά εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο απλώς εθεωρείτο δεδομένο και λίγα χρόνια αργότερα η ίδια η βασίλισσα Βικτωρία τον παρασημοφόρησε.

Παραδόξως, οι εκκλήσεις του προς τις βρετανικές αρχές για εκμετάλλευση της Αφρικής δεν έπιασαν τόπο. Υπήρξε όμως κάποιος που «τσίμπησε», διαβάζοντας τα συναρπαστικά ρεπορτάζ και τις εξωτικές ανταποκρίσεις του: ο βασιλιάς του Βελγίου Λεοπόλδος Β΄, ο οποίος είδε αίφνης λαμπρό μέλλον για το Βέλγιο – ένα νεαρό ευρωπαϊκό κράτος που είχε γεννηθεί μόλις το 1830 και αποζητούσε μιαν αποικία.

Ο Λεοπόλδος προσκάλεσε τον Στάνλεϊ στις Βρυξέλλες, επιφυλάσσοντάς του φιλοξενία πλουσιοπάροχη. Οι δύο άνδρες συμφώνησαν σε όλα και ο Στάνλεϊ έγινε ο άνθρωπος του Λεοπόλδου στο στήσιμο της τεράστιας αποικίας από το μηδέν. Πρωτεύουσα της χώρας ορίστηκε η Κινσάσα, η οποία πήρε το όνομα Λεόπολντβιλ και η άλλη, μετέπειτα μεγάλη, εμβληματική πόλη της, το Κισαγκάνι, πήρε το όνομα Στάνλεϊβιλ...

Ουράνιο για τη Χιροσίμα

Το πόσο πλούσια γη ήταν (και παραμένει) το Κονγκό σε μεταλλεύματα ειδικά είναι πλέον ευρύτερα γνωστό. Διόλου συμπτωματικά, το ουράνιο για τις ατομικές βόμβες που ρίχθηκαν στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι προέρχονταν από ένα ορυχείο της περιοχής της Κατάνγκα και ήταν τα αποθέματα χαλκού στην ίδια περιοχή που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης και της Ιαπωνίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (τα κέρδη της οποίας καρπώθηκε το Βέλγιο).

Εννοείται ότι η πρωτοβουλία του Λεοπόλδου βρήκε μιμητές: μέσα στις επόμενες δεκαετίες, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Βρετανία είδαν αλλιώς την Αφρική και σε μια μεγάλη διάσκεψη στο Βερολίνο το 1885 συμφωνήθηκε ο τεμαχισμός της ηπείρου. Το Κονγκό ειδικότερα ανακηρύχθηκε ελεύθερο κράτος – κατ’ ευφημισμόν, διότι στην πραγματικότητα η αχανής αυτή έκταση δεν ανήκε στο Βέλγιο αλλά αποκλειστικά και μόνον στον ίδιο τον Λεοπόλδο.

Ετσι ξεκίνησε ένας ξέφρενος χορός αίματος, με την εκμετάλλευση των πλούσιων πρώτων υλών της χώρας (ελεφαντόδοντο, καουτσούκ αρχικά, μεταλλεύματα αργότερα) από τον Βέλγο ηγεμόνα. Οι διαταγές που έφταναν στα κατώτερα κλιμάκια των απεσταλμένων αλλά και των ντόπιων φυλάρχων του Βέλγου βασιλιά ήταν σαφείς: οι ιθαγενείς θα έπρεπε να τους προμηθεύουν με τα ανάλογα αποθέματα. Σε περίπτωση αποτυχίας, τους περίμενε σκληρή τιμωρία. Κάπως έτσι, άρχισαν σιγά σιγά να κυκλοφορούν φωτογραφίες με άπειρα κομμένα χέρια και μαρτυρίες ιεραποστόλων για ξεκληρισμένα χωριά, προκαλώντας την οργή και την αγανάκτηση των ανθρωπιστικών συλλόγων της εποχής καθώς και ξένων κυβερνήσεων. Από το 1895 έως το 1905 υπολογίζεται ότι δολοφονήθηκαν συνολικά πάνω από τρία εκατομμύρια ιθαγενείς του Κονγκό.

Στο σημείο αυτό μπαίνει στην ιστορία ένα ακόμη όνομα: αυτό του Αμερικανού συγγραφέα Μαρκ Τουέιν. Στην πολύ πρόσφατη έκδοση «Τυράννων μονόλογοι», περιλαμβάνεται η περίφημη πολεμική του, γεμάτη καυστικό χιούμορ, με τίτλο «Ο μονόλογος του βασιλιά Λεοπόλδου». Κυκλοφόρησε το 1905, σε μια εποχή που επικρατούσε διεθνής κατακραυγή για τις πρακτικές που ακολουθούσε ο Λεοπόλδος στο Κονγκό.
Βεβαίως, μερικά χρόνια πριν από τον Τουέιν, είχε προηγηθεί η έκδοση της νουβέλας «Η καρδιά του σκότους» (1899) του Τζόζεφ Κόνραντ όπου και εκεί γίνεται σαφής αναφορά στις κτηνωδίες που διαπράττονταν στην Κεντρική Αφρική. Ο ίδιος ο Κόνραντ είχε το 1892 προσληφθεί από βελγική εταιρεία για να εργαστεί σε ατμόπλοιο στον ποταμό Κόνγκο και είχε δει από πρώτο χέρι τι συνέβαινε.

Η διεθνής –αλλά και εντός του Βελγίου– κατακραυγή υποχρέωσε τον Λεοπόλδο σε αναδίπλωση: το 1908 το ελεύθερο κράτος του Κονγκό έγινε επίσημα αποικία του Βελγίου με την ονομασία Βελγικό Κονγκό. Οι συνθήκες βελτιώθηκαν αισθητά αλλά πολλές από τις ξένες εθνότητες που δημιούργησαν κοινότητες στο Κονγκό (μεταξύ αυτών μια επί σειρά πολλών δεκαετιών ακμάζουσα ελληνική κοινότητα) θυμούνται ακόμα τη σκληρότητα με την οποία μεταχειρίστηκαν οι Βέλγοι αποικιοκράτες τους Κονγκολέζους (συγκριτικά, πιο ήπιοι ήσαν οι Γάλλοι στο γειτονικό, και κατά πολύ μικρότερο, Γαλλικό Κονγκό).

Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ήρθε το κύμα των αντιαποικιακών αγώνων στην αφρικανική ήπειρο. Ετσι, μετά την Γκάνα, το 1957, ακολούθησε πλήθος κρατών της υποσαχάριας Αφρικής το 1960, μεταξύ αυτών και του Κονγκό, στις 30 Ιουνίου. Οι πρώτες ελεύθερες εκλογές έφεραν στην πρωθυπουργία τον πρώην ταχυδρομικό υπάλληλο Πατρίς Λουμούμπα, με πρόεδρο τον Ζοζέφ Καζαβούμπου. Ως αρχηγό του γενικού επιτελείου στρατού ο Λουμούμπα τοποθέτησε τον αξιωματικό Μομπούτου Σέσε-Σέκο.

Η ελπίδα όμως κράτησε ελάχιστα. Πολύ σύντομα η χώρα βυθίστηκε σε αναρχία και χάος, με στάσεις των Κονγκολέζων στρατιωτών, ταραχές, απόσχιση της πλούσιας σε ορυχεία Κατάνγκα, στροφή του Λουμούμπα για βοήθεια προς την ΕΣΣΔ (ίσως το μοιραίο του λάθος), σε αντίθεση με τον Μομπούτου στο πρόσωπο του οποίου Βέλγοι και Αμερικανοί βρήκαν τον ιδανικό συνεργάτη. Τον Ιανουάριο του 1961, ο ίδιος ο Μομπούτου έδωσε τη διαταγή να συλληφθεί ο Λουμούμπα και να ξυλοκοπηθεί δημοσίως. Αργότερα στάλθηκε στην Κατάνγκα όπου ο κυβερνήτης της, Μόιζ Τσόμπε, συντόνισε την εκτέλεσή του. Οπως παραδέχθηκε ένας από τους εκτελεστές του Λουμούμπα, φρόντισε να αφαιρέσει δύο δόντια απ’ το πτώμα του για σουβενίρ...

Τσε Γκεβάρα

Ο Μομπούτου ανέλαβε και επισήμως τη διακυβέρνηση της χώρας το 1965, επιβάλλοντας ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς. Θα παρέμενε στην εξουσία έως το 1997. Σύμφωνα με ειδικούς, αυτά τα τριάντα χρόνια του Μομπούτου (ο οποίος μιμήθηκε και ίσως και να ξεπέρασε σε αγριότητα τις πρακτικές των αποικιοκρατών) ήταν η οριστική καταδίκη του Κονγκό, μιας χώρας με εξαιρετικές υποδομές, οργάνωση και ανθηρή οικονομία την εποχή που ανέλαβε τα ηνία της χώρας και παρά την κοινωνικοποίηση ξένων επιχειρήσεων που ο ίδιος επέβαλε, αρχές της δεκαετίας του ’70. Τότε, πραγματοποίησε τη λεγόμενη «ζαϊροποίηση» και το Κονγκό μετονομάστηκε σε Ζαΐρ. Οταν πάντως εκδιώχθηκε από τη χώρα, από τον Λορέν Καμπιλά, το Ζαΐρ –που μετονομάστηκε πλέον σε Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό– ήταν ήδη χρεοκοπημένο.

Οχι ότι δεν υπήρξαν προσπάθειες ανατροπής του. Κάποιες από αυτές ήταν κάπως αστείες. Παράδειγμα, το 1965 κατέφτασε στο Κονγκό ο Τσε Γκεβάρα, γεμάτος επαναστατικό ζήλο, για να οργανώσει την ανατροπή του Μομπούτου. Τα επαναστατικά όνειρα του Τσε όμως γκρεμίστηκαν με την αποτυχημένη ανατίναξη ενός υδροηλεκτρικού σταθμού. Αηδιασμένος από το «πόσο άχρηστοι ήταν ως επαναστάτες οι Κονγκολέζοι σύντροφοί του», αποσύρθηκε διακριτικά στην Τανζανία και δεν επέστρεψε ποτέ στο Κονγκό.

Εκτός όμως από μια κατεστραμμένη οικονομία, ο Μομπούτου άφησε κληρονομιά και μια κουλτούρα άγριας, αποχαλινωμένης βίας σε ολόκληρη τη χώρα. Σύμφωνα με αναλυτές, το σοβαρότερο σφάλμα του ήταν να συμμαχήσει με τη φυλή Χούτου της Ρουάντας, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές εκείνης του ’90, θέτοντας έτσι τα θεμέλια για την αιματηρή κρίση που μαστίζει τη χώρα έως σήμερα. Και αυτό διότι με το πέρας της γενοκτονίας στη Ρουάντα (1994), όπου οι Χούτου φόνευσαν περίπου 1,5 εκατομμύριο της φυλής Τούτσι, οι πρώτοι έλαβαν πρόσκληση από τον Μομπούτου να εισέλθουν στο Κονγκό για προστασία.

Ο ερχομός των χιλιάδων Χούτου στο ανατολικό Κονγκό έφερε το τέλος του Μομπούτου, όταν τον ανέτρεψε ο Λορέν Καμπιλά με τη στήριξη των Τούτσι από τη Ρουάντα, καθώς και στρατευμάτων από την Ουγκάντα (ο Μομπούτου κατέφυγε στο Μαρόκο όπου πέθανε από καρκίνο του προστάτη).

Ομως και αυτή η συμμαχία αποδείχθηκε βραχύβια. Για την ακρίβεια, από το 1998 και μετά άρχισε ο ένας να μάχεται τον άλλο. Κάπως έτσι ξεκίνησε ο Μεγάλος Αφρικανικός Πόλεμος, στον οποίο αναμείχθηκαν ακόμα χώρες όπως η Ζιμπάμπουε, το Τσαντ, η Ανγκόλα και η Ναμίμπια, καθώς και χιλιάδες μισθοφόροι από τη Δύση, με τους νεκρούς να ξεπερνούν τα τέσσερα εκατομμύρια ανθρώπους. Πόσοι άραγε γνωρίζουμε στη Δύση γι’ αυτό τον πόλεμο;

Σήμερα, δυστυχώς, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ένας από τους πιο όμορφους τόπους στον πλανήτη, θεωρείται κάτι σαν «χαμένη υπόθεση», «παγκόσμια πρωτεύουσα των βιασμών» και με την ανεξέλεγκτη, σαδιστική βία λογής λογής ανταρτικών και παραστρατιωτικών ομάδων να κυριαρχεί. Τον Μάρτιο του 2001, ο Λορέν Καμπιλά δολοφονήθηκε από τους σωματοφύλακές του. Οκτώ ημέρες αργότερα τον διαδέχθηκε ο γιος του, Ζοζέφ. Ο τελευταίος κυβερνά έως σήμερα. Υποτίθεται ότι πρέπει να προχωρήσει σε εκλογές. Δεν δείχνει όμως ιδιαίτερα πρόθυμος να κάνει κάτι τέτοιο...
Τι πρέπει να διαβάσετε
• Mark Twain, «Τυράννων μονόλογοι», μτφρ. Νάσος Ταρκαζίνης, σημειώσεις Κατερίνα Σχινά, εκδ. Παπαδόπουλος.
• Τζόζεφ Κόνραντ, «Η καρδιά του σκότους», μτφρ. Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Ερατώ.
• Ρίσαρντ Καπισίνσκι, «Εβενος, το χρώμα της Αφρικής», μτφρ. Ζώγια Μαυροειδή, εκδ. Μεταίχμιο.
• Ρόναν Μπένετ, «Ουδέτερος παρατηρητής», μτφρ. Χίλντα Παπαδημητρίου, εκδ. Πόλις.
• Μάριο Βάργκας Λιόσα, «Το όνειρο του Κέλτη», μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, εκδ. Καστανιώτη.
• Γιώργος Ρούβαλης, «Congo Cha Cha», εκδ. Απόπειρα.
• Γεώργιος Αντύπας, «Οι Ελληνες του Βελγικού Κονγκό», ιδιωτική έκδοση.
• Ούγκο Κλάους, «Οι φήμες», μτφρ. Γιάννης Ιωαννίδης, εκδ. Καστανιώτη.
• David Van Reybrouck, «Congo. The Epic History of a People», εκδ. Ecco.
• Tim Butcher, «Blood River. The Terrifying Journey Through the World’s Most Dangerous Country», εκδ. Grove Press.
• Thomas Turner, «Congo Wars. Conflict, Myth & Reality», εκδ. Zed Books.
• Adam Hochschild, «King Leopold’s Ghost. A Story of Greed, Terror, and Heroism in Colonial Africa», εκδ. Houghton Mifflin.
• Michela Wrong, «In the Footsteps of Mr. Kurtz», εκδ. Harper Perennial.
• Graham Greene, «A Burnt-Out Case», εκδ. Penguin Classics.


Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

ΕΝΟΤΗΤΑ 30


ΕΝΟΤΗΤΑ 30

Η Ελλάδα και τα Βαλκάνια αμέσως μετά τους Βαλκανικούς πολέμους

Η συνθήκη του Βουκουρεστίου

Η συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου 1913) τερμάτισε οριστικά τους Βαλκανικούς πολέμους.

Όροι της συνθήκης

  • Η Ελλάδα κέρδισε το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας (δυτική, κεντρική, ανατολική) τη νότια Ήπειρο, την Κρήτη και νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία).
  • Η Σερβία κέρδισε σημαντικό μέρος της βόρειας Μακεδονίας.
  • Στη Βουλγαρία αποδόθηκε το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Θράκης.
  • Στην οθωμανική αυτοκρατορία αποδόθηκε η ανατολική Θράκη.
  • Τα Δωδεκάνησα παρέμειναν υπό ιταλική κατοχή.

Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (4 Αυγούστου 1913}

Με το πρωτόκολλο αυτό η βόρεια Ήπειρος παραχωρήθηκε στην Αλβανία.

Σημασία και συνέπειες της συνθήκης του Βουκουρεστίου για την Ελλάδα

  • Διπλασίασε τα εδάφη και τον πληθυσμό της.
  • Απέκτησε πόλεις με μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, όπως τη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα, την Καβάλα, τη Μυτιλήνη, τη Χίο, το Ηράκλειο κ,α,
  • Δημιουργήθηκε πρόβλημα εθνολογικό, καθώς στις Νέες Χώρες κατοικούσαν πληθυσμοί αλλοεθνείς ή μη ελληνόγλωσσοι (μουσουλμάνοι, Σλάβοι, Εβραίοι κ.α.), γεγονός που δυσχέραινε τη συμβίωση με τους Έλληνες.

Εσωτερική πολιτική

  • Αναγνωρίζονται τα εργατικά σωματεία,
  • Λαμβάνονται μέτρα για την ασφάλιση των εργαζομένων.
  • Καθιερώνεται η οκτάωρη εργασία,
  • Iδρύονται αγροτικοί συνεταιρισμοί.

Εξωτερική πολιτική

Προβλήματα

  • Οι Έλληνες διεκδικούσαν τη βόρεια Ήπειρο.
  • Ο σουλτάνος αρνούνταν την αποδοχή της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου.
  • Η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα.
  • Υπήρχαν  «αλύτρωτοι»  Έλληνες στη Θράκη και τη Μικρά Ασία.

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

Mικρασιάτες πρόσφυγες του 1922 στη Συρία


ΒΛΑΣΗΣ ΑΓΤΖΙΔΗΣ*
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Μία από τις πλέον άγνωστες πλευρές της Μικρασιατικής Καταστροφής είναι το πέρασμα των Ελλήνων προσφύγων από τη Συρία, η παραμονή τους εκεί και η επιβίωσή τους χάρις στη βοήθεια που τους παρείχε ο ντόπιος πληθυσμός. Υπολογίζεται ότι ένας αριθμός 17.000 προσφύγων από τα βόρεια και νότια παράλια της Μικράς Ασίας βρέθηκε στην περιοχή της Συρίας μετά το τέλος της Μικρασιατικής τραγωδίας. H πλευρά αυτή της μικρασιατικής προσφυγιάς έγινε γνωστή ευρύτερα πριν από μερικά χρόνια με την έκδοση του βιβλίου-μπεστ σέλερ «Not even my name» της Thea Halo στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Halo περιγράφει τη δραματική πορεία της εκτοπισμένης μητέρας της Ευθυμίας Βαρυθιμιάδου, που από τον Αγιο Αντώνιο των Κοτυώρων του Πόντου θα βρεθεί στο Χαλέπι, όπου θα την παντρέψουν με έναν Ασσύριο και τελικά θα βρεθεί μετανάστρια στις ΗΠΑ ως Sano Halo.
Μια προφητική συνομιλία
Λίγο μετά τo τραγικό 1922, δημοσιεύτηκε σε αθηναϊκό έντυπο ένα εικονογραφικό σχεδίασμα όπου η Ιωνία και η Συρία συνομιλούν, ενσαρκωμένες σε δύο γυναικείες μορφές. Η Συρία όρθια, καλοντυμένη και υπερόπτης λέει στην καθισμένη, λυπημένη και κατακουρελιασμένη Ιωνία: «Ο δικός μου φίλος είναι μεγάλος και μου ορκίζεται πώς δεν θα με αφήσει ποτέ». Και η Ιωνία της απαντά: «Κ’ οι δικοί μου φίλοι ήταν μεγάλοι κ’ έκαναν χίλιες φορές τον ίδιο όρκο και μ’ άφισαν στους πέντε δρόμους».
Το εντυπωσιακό σχεδίασμα αποκαλύπτει αυτό που τότε ήταν κοινός τόπος, αλλά σήμερα αποτελεί στοιχείο καλά κρυμμένο και δύσκολα συνειδητοποιημένο. Οτι δηλαδή τόσο η Μικρά Ασία, όσο και η Συρία ως τμήματα του παλιού πολυεθνικού κόσμου είχαν βρεθεί μπροστά σε μια κοσμοϊστορική αλλαγή που θα έπρεπε να την υποστούν. Τη μετάβαση από την πολυεθνική προνεωτερική κοινωνική δομή στο νεωτερικό έθνος-κράτος και όσα η μετάβαση συνεπάγεται.
Για τη μοίρα της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης γνωρίζουμε πολλά: Οι διεθνείς διευθετήσεις στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου που επέτρεπαν στις κοινότητες των Ελλήνων, Αρμενίων αλλά και Κούρδων να αποκτήσουν την πολιτική τους αυτοδιάθεση, αμφισβητήθηκαν από ένα εθνικιστικό αντιμειονοτικό κίνημα, το κεμαλικό. Σύμφωνα με τις νέες έρευνες (Stefan Ihring, «Atatürk in the Nazi Imagination», εκδ. Harvard, 2014), αποδεικνύεται ότι η επιτυχία του κεμαλικού κινήματος υπήρξε πρότυπο για την ανάπτυξη του ναζιστικού κινήματος στη Γερμανία, την αντιμετώπιση των μειονοτήτων και τους τρόπους αναθεώρησης των συνεπειών του Πολέμου επί των ηττημένων Κεντρικών Δυνάμεων.
Η αρνητική εξέλιξη στον χώρο της Μικράς Ασίας υπήρξε αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Ο αμοραλισμός των μεγάλων δυνάμεων και το διχασμένο ελλαδικό πολιτικό προσωπικό –χωρίς πίστη στο αποτέλεσμα και ενιαία στρατηγική– οδήγησε στη συντριπτική ήττα και στην εγκατάλειψη των άμαχων Ελλήνων και Αρμενίων της Μικράς Ασίας στα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ. Εκατοντάδες χιλιάδες απόκληροι πρόσφυγες θα κατακλύσουν την ελλαδική επικράτεια, θέτοντας το κράτος μπροστά στο επιτακτικό ζήτημα της αποκατάστασης. Η συγκρουσιακή σχέση γηγενών και προσφύγων θα είναι μια από τις εστίες κοινωνικής αντιπαράθεσης κατά τον Μεσοπόλεμο με σημαντικές επιπτώσεις στην πολιτική ζωή της Ελλάδας. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος περιγράφει ως εξής την κατάσταση: «Μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, που από το 1915 είχε διχασθεί δεν αντίκρυσε τους πρόσφυγες με συμπάθεια, όταν τα αδυσώπητα κύματα της ιστορίας τούς έριξαν πάνω στους βράχους της Ελλάδας. Δεν υπήρξε συμπάθεια, δεν υπήρξε απάθεια, υπήρξε αντιπάθεια».
Το σημερινό συριακό δράμα
Την ίδια εποχή η πολυεθνική και πολυθρησκευτική οθωμανική Συρία θα ακολουθήσει διαφορετική πορεία. Στη περιοχή κατοικούσε και μια μεγάλη ελληνορθόδοξη κοινότητα αραβοφώνων, απογόνων των Βυζαντινών, πλάι σε σουνίτες και σιίτες. Η Συρία απελευθερώθηκε από τους Βρετανούς το 1918 και με βάση τη συμφωνία Sykes-Picot (Μάιος του ’16) αποδόθηκε στον γαλλικό έλεγχο.
Στη Συρία είχαν καταλήξει διάφορα κύματα Ελλήνων και Αρμενίων που είχαν υποστεί τις εθνικές εκκαθαρίσεις από τους νεότουρκους την περίοδο 1914-1918. Αλλά και στη συνέχεια, κατά την κεμαλική εποχή (1919-1923), χιλιάδες Ελληνες από τα βόρεια και νότια παράλια της Μικράς Ασίας θα καταφύγουν εκεί. Οι 17.000 Ελληνες πρόσφυγες από τον Πόντο και την Κιλικία θα επιζήσουν χάρις στη βοήθεια των κατοίκων της περιοχής και του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού.
Η Συρία έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1946. Η αριστερή πτέρυγα του σοσιαλιστικού κόμματος Μπάαθ κατέλαβε την εξουσία το 1964 και διοικεί τη χώρα (όση έχει απομείνει μετά τη δυτική, την τουρκική και την ισλαμιστική επέμβαση) έως και σήμερα. Παρότι η διακυβέρνηση ήταν απολυταρχική, εντούτοις ήταν εγγυημένοι ο κοσμικός χαρακτήρας του κράτους και ο σεβασμός των εθνοτήτων και των διαφόρων θρησκευτικών δοξασιών. Ακριβώς αυτή την πραγματικότητα προσπάθησαν να υπονομεύσουν οι μεγάλες δυνάμεις το 2011, ενισχύοντας τις αποσχιστικές τάσεις και επενδύοντας στο εξτρεμιστικό Ισλάμ.
Με μια έννοια, το σημερινό συριακό δράμα ολοκληρώνει την ιστορική διαδικασία της καταστροφής των παλαιών πολυεθνικών και πολυθρησκευτικών κοινοτήτων, όπως κληροδοτήθηκε από την αυταρχική Οθωμανική περίοδο της ιστορίας. Αυτή η ιστορική συνάφεια, η ελληνιστική και βυζαντινή κληρονομιά που επιβιώνει στο πρόσωπο των μεγάλων ελληνορθόδοξων αραβόφωνων κοινοτήτων, μαζί με την εμπειρία των χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων της Μικρασιατικής Τραγωδίας που έζησαν κάποια χρόνια στη Συρία, μετατρέπει την τραγωδία που ζουν οι λαοί της Συρίας σε μια δικιά μας υπόθεση.
Από τον Πόντο στο Χαλέπι και στο ολοκαύτωμα των Κρουσίων στην Ελλάδα
Στο Χαλέπι. Η φιλόλογος Γιώτα Ιωακειμίδου περιγράφει την πορεία που ακολούθησαν οι δικοί της παππούδες. Εκτοπισμένοι από τα χωριά της Νικόπολης του Πόντου έφτασαν αποδεκατισμένοι στο Χαλέπι της Συρίας έπειτα από πεζοπορία δύο χρόνων:
«... Η πείνα, οι αρρώστιες, οι κακουχίες τους θέρισαν. Περίπου το 75% από αυτή την ομάδα πέθαναν μη αντέχοντας στις συνθήκες εξαθλίωσης. Οσοι επέζησαν, συναντήθηκαν με άλλες ομάδες και πάντα πεζοπορώντας φτάσανε στο Χαλέπι της Συρίας. Εδώ βρέθηκαν και οι πρόγονοί μου από τη μεριά του παππού μου Ιωακειμίδη Αλέξιου.
Στο Χαλέπι θα μείνουν σχεδόν έναν χρόνο μέσα σε σπηλιές. “Μαγαράδας”, όπως τις έλεγαν οι Πόντιοι. Αυτές οι σπηλιές έγιναν το σπίτι τους για μήνες. Εδώ μαγείρευαν, έπλεναν, κοιμόντουσαν. Η βοήθεια του Αμερικάνικου ερυθρού σταυρού δεν ήταν αρκετή για να κορέσει την πείνα τους. Οι γυναίκες και τα παιδιά ζητιάνευαν στα σπίτια των Συρίων και χάρη στην ελεημοσύνη αυτών των ανθρώπων επέζησαν. Οι άντρες έκαναν μεροκάματα στα χωράφια. Θέριζαν σιτάρια, έκαναν χαμαλίκια… Τα βράδια εκεί στις σπηλιές στήνονταν γλέντια με τον ζουρνατζή να παίζει και όλοι μαζί να χορεύουν. Δεν τους έλειπε και η αλληλεγγύη. ...».
Από τη Συρία στο Ολοκαύτωμα των Κρουσίων (Οκτώβρης 1941). Μία από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες που σχετίζονται με την εξορία, την καταφυγή στη Συρία και τελικά την εγκατάσταση στην Ελλάδα, είναι αυτή των οικογενειών που από τα Κοτύωρα του Πόντου θα βρεθούν τελικά στα χωριά των Κρουσίων στο Κιλκίς. Η φιλόλογος Ελισάβετ Τριανταφυλλίδου περιγράφει την πορεία θανάτου από τον Πόντο στη Συρία:
«... Ανθρωποι πέθαιναν στο δρόμο δίχως τη χρήση των όπλων. Οι συνθήκες ήταν τόσο αντίξοες που ο θάνατος δεν ήταν δύσκολο να έρθει. Αρχικά μεταφέρθηκαν στη Σεβάστεια. Στη διαδρομή πέρασαν από μια αρμενική πόλη, η οποία ήταν γεμάτη Αρμένιους νεκρούς. Στην οποία δεν έκατσαν λόγω της μυρωδιάς των πτωμάτων. Στη συνέχεια στο Νιγιάρμπακιρ όπου έμειναν δύο χρόνια. … Σε αυτή την πορεία η γιαγιά έχασε γονείς και έμεινε μόνη με τα δυο της αδέλφια. Για να μπορέσουν να επιβιώσουν, όχι μόνο αυτοί αλλά όλοι όσοι βρίσκονταν μαζί τους, ζητιάνευαν στα χωριά απ’ όπου περνούσαν. Στο Χαλέπι η γιαγιά παντρεύτηκε έναν συγχωριανό της, τον Λεωνίδα Τριανταφυλλίδη, ο οποίος στην πορεία έχασε τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά. ...».
Τραγικός επίλογος
Τρία χρόνια μετά τη βίαιη εκτόπισή τους κατάφεραν να φτάσουν στην Ελλάδα. Είκοσι με τριάντα οικογένειες, όσες τελικά κατάφεραν να επιβιώσουν, εγκαταστάθηκαν στο χωριό Κλειστό (πρώην Μούσγαλι) των Κρουσίων στο Κιλκίς.
Ο τραγικός επίλογος αυτής της ιστορίας θα γραφτεί τον Οκτώβριο του ’41, όταν οι Γερμανοί θα καταστρέψουν τρία χωριά των Κρουσίων (Κλειστό, Αμπελόφυτο και Κυδωνιά) και θα δολοφονήσουν τους κατοίκους τους. Στην περιοχή αυτή, όπως και στην περιοχή της Νιγρίτας στις Σέρρες και στο Μεσόβουνο Κοζάνης είχαν εμφανιστεί από το καλοκαίρι του 1941 οι πρώτες αντιστασιακές ομάδες. Αυτές ήταν και οι πρώτες εστίες αντίστασης κατά των Ναζί στην κατεχόμενη Ευρώπη. Στην ορεινή περιοχή των Κρουσίων είχε δημιουργηθεί η πρώτη ανταρτική ομάδα της Ελλάδας, ο «Αθανάσιος Διάκος». Οι Γερμανοί ακολουθώντας την πολιτική της συλλογικής ευθύνης και των μαζικών αντιποίνων κατά των αμάχων προέβησαν σε σκληρά εγκλήματα πολέμου.
Στις 25 Οκτωβρίου του 1941 οι Γερμανοί περικυκλώνουν τα χωριά. Στο Αμπελόφυτο και στην Κυδωνιά οι εκτελέσεις των ανδρών γίνονται στις πλατείες των χωριών. Στο Κλειστό τους συγκεντρώνουν μέσα στην εκκλησία, την πυρπολούν με δυναμίτες, με αποτέλεσμα να καούν ζωντανοί οι αιχμάλωτοι. Εκτελέστηκαν συνολικά 96 πολίτες. Με αυτόν τον δραματικό τρόπο έκλεισε ο κύκλος της ζωής των άτυχων προσφύγων που από τον μικρασιατικό Πόντο θα υποχρεωθούν να καταφύγουν ως εξόριστοι στη Συρία, για να συναντήσουν λίγα χρόνια αργότερα το αληθινό πρόσωπο του γερμανικού ναζισμού στα όρη της «μητέρας-πατρίδας».
* Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης (https://kars1918. wordpress.com) είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός. Το τελευταίο του βιβλίο, που εκδόθηκε πρόσφατα, έχει τίτλο: «Μικρά Ασία. Ενας οδυνηρός μετασχηματισμός 1908-1923».