Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940, μια νίκη της ελληνικής κοινωνίας


ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ*
Είναι λίγες μέρες μετά την πρωτοχρονιά του 1941, στην περιοχή Κάλια του αλβανικού μετώπου. Ο πυροβολητής Πεζικού, ο Πειραιώτης Βλάσης Καρατζίκας, λαϊκό παιδί μιας εξαμελούς οικογένειας, έχει μόλις φθάσει με τον ουλαμό του στο μέτωπο, μετά από εξοντωτική πορεία ημερών, υπό άθλιες καιρικές συνθήκες. Παρά ταύτα, ο ενθουσιασμός του που βρίσκεται εκεί είναι έκδηλος. Γράφει μάλιστα στο ημερολόγιό του (εκ. Ερμής): «Κατά την ώρα της βολής το κρύο μάς πειρούνιαζε έως τα κόκκαλα. Ευτυχώς που εθαιρμένετο ο σωλήν του πυροβόλου και ζεσταίναμε τα χέρια μας. Το μεγάλο κατόρθωμα του ουλαμού μας ήταν το εξής: Είχαμε μείνει με λίγα βλήματα, διότι είχον ψωφήσει τα μουλάρια, διετάχθησαν λοιπόν οι άνδρες κάπου 60, να μεταφέρουν 4 βλήματα ο καθείς στον ώμο. Ητο πραγματικό μαρτύριο αυτό διότι με το φορτίο 13 οκ (άδες) στον ώμο έφευγαν από τη Ζέη και βάδιζαν 4 1/2 ώρες μέσα σε λάσπη έως το γόνατο και ήρχοντο που είμεθα εμείς με τα πυροβόλα. Ηρχοντο κατάκοποι, μούσκεμα στον ιδρώτα και λασπωμένοι, ήσαν πραγματικοί ήρωες, τους έβλεπα και τους ελυπόμουν, αλλά χάρις όμως σε αυτούς εδοξάσθη ο ουλαμός μας. Ελεγον δε σε μας τους πυρ/τάς “ρίχνετε καλά, παιδιά, και εμείς θα σας φέρνουμε βλήματα. Καρατζίκα σκόπευε καλά, κατάστρεφέ τους αράδα τα πυροβόλα και πολυβόλα τους”».

Το απόσπασμα είναι αρκετά ακριβές της κατάστασης στο μέτωπο, διότι συμπυκνώνει βιωματικά μερικά από τα βασικά στοιχεία της επιτυχίας του ελληνικού στρατού το 1940-1. Οι σύγχρονοι πόλεμοι του 20ού αιώνα, πόλεμοι ολοκληρωτικοί, πόλεμοι των κληρωτών, δεν παίχτηκαν μόνο στο επίπεδο των μεγάλων στρατηγών των επιτελείων αλλά απαιτούσαν συνολική κινητοποίηση της κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Και όπως έχει εύστοχα ειπωθεί –χωρίς καμιά διάθεση εθνικιστικής αυταρέσκειας– η ελληνική κοινωνία πήγε στον πόλεμο αυτό σύσσωμη «με το χαμόγελο στα χείλη». Μπορεί λοιπόν κανείς ενδεικτικά να αναφέρει 4-5 κρίσιμους παράγοντες, βάσει των οποίων κρίθηκε το αποτέλεσμα: το είδος του οπλισμού και η εκπαίδευση του στρατεύματος, τα ζητήματα επιμελητείας και μεταφορών, η εξοικείωση με τη γεωγραφία και τις ακραίες συνθήκες διαβίωσης, η ποιότητα των μεσαίων στελεχών και ιδίως των εφέδρων. Ας δούμε το καθένα από αυτά αναλυτικότερα.

Η παλιά τεχνογνωσία

Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είχαν ξεκινήσει, από το 1926 και έως το 1935, τον επανεξοπλισμό τους καθώς και τη διοικητική αναδιοργάνωσή τους. Παρέμεναν κατά βάση αξιόμαχες μόνο στον στρατό ξηράς, αλλά αυτός δεν θα χαρακτηριζόταν γενικά υποδεέστερος του ιταλικού. Ισως μόνο ποσοτικά, όχι όμως ποιοτικά. Οι αγορές όπλων που είχαν γίνει ήταν σωστές, ακόμη δε καλύτερη ήταν η εκπαίδευση.

Από τα οπλοπολυβόλα, πρέπει να ξεχωρίσει κανείς το τσεχοσλοβακικό Χότσκις που υπερτερούσε των ιταλικών Φίατ και Μπρέντα, καθώς δεν θερμαινόταν ιδιαίτερα, και σπάνια πάθαινε εμπλοκή. Ηταν επίσης πολύ ελαφρύ (7 κιλά), χάρη και σε μετατροπές που είχε κάνει ο στρατός σε αυτό, κι έτσι μεταφερόταν ευκολότερα στις μακρές πορείες πάνω στα αλβανικά βουνά. Οπλο ιδανικό και για άμυνα αλλά και για επίθεση με πυρ και κίνηση, έσπερνε τον πανικό στις αντίπαλες γραμμές, καθώς ο χειριστής του μπορούσε να εκτελέσει βολή «εν βαδίσματι», με τον βοηθό του να τον ακολουθεί δύο βήματα πιο πίσω κρατώντας τις δεσμίδες. Ηταν μια άσκηση που την επαναλάμβαναν οι κληρωτοί μέχρι να ματώσουν στην εκπαίδευση, και αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική, αφού άνοιγε τον δρόμο στην υπόλοιπη διμοιρία που ακολουθούσε στην εκάστοτε έφοδο, με τη γνωστή εφ’ όπλου λόγχη. Πρόκειται για εικόνες που έχουν αποτυπωθεί πολύ ζωντανά στους γνωστούς ζωγραφικούς πίνακες του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη (με τις προελάσεις των Ελλήνων στρατιωτών) – δεκανέας πολυβολητής άλλωστε ήταν και ο ίδιος. Παρόμοια ενεργούσε και το πολύ καλό ιππικό, το οποίο ελισσόταν εφίππως αλλά μαχόταν πεζή. Πολύ αξιόπιστο και ανώτερο του αντίστοιχου ιταλικού ήταν και το αυστριακό τυφέκιο Μάλινχερ που έφεραν οι απλοί οπλίτες. Μάλιστα, επειδή το Μάλινχερ ήταν αρκετά μακρύτερο από το ιταλικό τυφέκιο, όταν έφερε πάνω του τη λόγχη υπερτερούσε στη μάχη σώμα με σώμα, στην οποία οι Ελληνες στρατιώτες κέρδιζαν κατά κράτος, όπως πολλές χιλιάδες χρόνια νωρίτερα οι Μακεδόνες με τη θρυλική σάρισα. Απλές τεχνικές μάχης αλλά που αποδείχτηκαν φοβερά αποτελεσματικές στον χώρο της Πίνδου.

Το άλλο κρυφό ατού του ελληνικού στρατού ήταν το πυροβολικό του. Ακολουθούσε τη γαλλική σχολή εκπαίδευσης, στελεχωνόταν από εξαιρετικά καταρτισμένους αξιωματικούς, μπαρουτοκαπνισμένους από τους πολέμους της προηγούμενης 30ετίας, που δεν δίσταζαν να βρεθούν στην πρώτη γραμμή, και οι καλοί γνώστες της εποχής έλεγαν ότι, ιδίως το ελαφρύ πυροβολικό, επρόκειτο, δίχως υπερβολή, για ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης. Βασιζόταν ωστόσο σε δυο ακόμη στοιχεία: στους πολύ καλούς έφεδρους αξιωματικούς, μαθηματικούς συχνά για ευνόητους λόγους, και στα μουλάρια του. Το τελευταίο αποδείχτηκε υπερόπλο, καθότι έδινε τη δυνατότητα στο ελαφρύ πυροβολικό να φορτώνεται σε κομμάτια πάνω στα τρομερά ανθεκτικά αυτά ζώα και να μπορεί έτσι να φθάνει και να στήνεται σε δυσπρόσιτα σημεία, πλεονεκτώντας του εχθρού. Τα μουλάρια είχαν επιταχθεί κατά χιλιάδες από τους τοπικούς πληθυσμούς, οι οποίοι μερικές φορές έκαναν και τους ημιονηγούς, υποδεικνύοντας ορεινά περάσματα, άγνωστα στον αντίπαλο.

Από τον μεσοπόλεμο

Ο ελληνικός στρατός απαρτιζόταν ούτως ή άλλως από παιδιά της υπαίθρου, σκληραγωγημένα εκ φύσεως, συνήθως εξοικειωμένα με τις σκληρές συνθήκες του βουνού, καθώς και με τη σπάνη της τροφής ή και με το κρύο και τις ατέλειωτες πορείες σε κακοτράχαλα μέρη. Οι Ελληνες έφεδροι αξιωματικοί, μορφωμένα παιδιά, που είχαν ανατραφεί στις ποικίλες συλλογικότητες του μεσοπολέμου, μπορούσαν να συνεννοηθούν και να επιβληθούν στα αγροτόπαιδα που είχαν στον λόχο τους, γιατί οι τοπικές κουλτούρες ήταν εκείνες της «τιμής και της ντροπής». Οι ιεραρχίες λειτουργούσαν ακόμη καλά.

Αυτό που έγινε στα βουνά της Πίνδου τον χειμώνα του 1940-41 ήταν μια σπουδαία υπόθεση για την ελληνική κοινωνία. Δεν εγγράφηκε τυχαία στο συλλογικό ασυνείδητο, ούτε χρειάστηκε να τo επιβάλει αυτό καμία εξουσία. Οριστικοποίησε μια διαδικασία μεταλλαγής της ελληνικής κοινωνίας που είχε ξεκινήσει στον μεσοπόλεμο και που είχε οδηγήσει σε ολοκληρωτική ανανοηματοδότηση του βίου, αν θέλουμε να μιλήσουμε και ανθρωπολογικά. Η κοινωνία του μεσοπολέμου ήταν άλλωστε η πιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα στις ζυμώσεις της κοινωνίας του ελληνικού 20ού αιώνα. Ξέρουμε ακόμη λίγα γι’ αυτές τις διεργασίες, και μάλλον τα ξέρουμε από το αποτέλεσμα: από τη μαζική κινητοποίηση αργότερα στα αντιστασιακά κινήματα της Κατοχής – από τα μεγαλύτερα, αναλογικά, στην Ευρώπη. Η κοινωνία άλλαζε, και άλλαζε μέσα και από το καμίνι του πολέμου. Και ίσως γι’ αυτό το «έπος» του ’40 να έκρυβε στο τέλος του (φυσικά και για άλλους λόγους καθαρού πολιτικού παιγνίου) την τραγωδία που ξέρουμε και που ακόμη δυσκολευόμαστε να ξεπεράσουμε.

Εχει σημασία να καταδειχτεί και το εξής. Το μεγάλο αυτό επίτευγμα δεν ήταν ο θρίαμβος ενός έθνους που αντιστέκεται στον εχθρό και πέφτει ηρωικά. Δεν ήταν δηλαδή μια πράξη πόνου και θυσίας, όπως καμιά φορά παρουσιάζεται, παρότι είχε και τέτοια διάσταση. Αλλά ήταν μια πράξη νίκης, και αυτή ήταν εξαρχής η επιδίωξη, όχι η πτώση μέχρι τελευταίου. Μια νίκη ως αποτέλεσμα της καλής προπολεμικής προετοιμασίας των θεσμών και των δομών του κράτους, της τεχνογνωσίας που είχε συσσωρευτεί σε διάφορα πεδία, της μαζικής και ενθουσιώδους κινητοποίησης της ελληνικής κοινωνίας. Αν ο ελληνικός στρατός έφθασε, τελικά, να υπερτερεί του ιταλικού δεν ήταν όμως μόνο επειδή «ο έφεδρος ανθυπολοχαγός έπεσε ηρωικά και πένθιμα», οι πόλεμοι δεν κερδίζονται μόνο με γιουρούσια. Αλλά κυρίως διότι θεσμοί, ελίτ και κοινωνία ήξεραν να ανταποκριθούν στην πρόκληση, χωρίς μεμψιμοιρίες και με την ευθύνη και το καθήκον που αναλογούσε στον καθένα τους. Πόσο θα μεγαλουργούσε άραγε αυτή η κοινωνία μεταπολεμικά, αν δεν είχε συρθεί κατόπιν τόσο αναίτια στον εμφύλιο;
* Ο κ. Δ. Π. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας, διευθυντής του ΠΜΣ «Διακυβέρνηση & Επιχειρηματικότητα», αρχισυντάκτης της «Νέας Εστίας».


Πέμπτη 7 Μαΐου 2015

Η άγνωστη αιματοχυσία στην ελληνική Σμύρνη του 1919


Το σχέδιο ήταν ακριβές και καλά μελετημένο: ένα σύνταγμα θα περικύκλωνε το νότιο μέρος της πόλης, ένα δεύτερο τις νοτιοανατολικές συνοικίες, ενώ ένα τρίτο θα δημιουργούσε ένα θύλακα ανάμεσα στις ελληνικές και τις τουρκικές περιοχές προκειμένου να αποφευχθούν εθνοτικές συγκρούσεις.

Ξημερώνει 15 Μαΐου του 1919 και μια εντυπωσιακή νηοπομπή με 18 ελληνικά πλοία και περίπου 13.000 άνδρες αποβιβάζεται στο λιμάνι της Σμύρνης. Στις 7.30 το πρωί το μεγάλο επιβατηγό «Πατρίς» πλευρίζει την προβλήτα, ακολουθούν τα πλοία «Αβέρωφ», «Ατρόμητος», «Λεωνίδας». Στην προκυμαία στρατιώτες και Ελληνες της Σμύρνης γίνονται ένα, ο ενθουσιασμός είναι ασυγκράτητος, φαντάροι σχηματίζουν κύκλους γύρω από τον οπλισμό τους και το ρίχνουν στον χορό. Για τους πιο ψύχραιμους παρατηρητές, οι εικόνες αυτές δεν προοιωνίζονταν τίποτα καλό: στον «Χαμένο Παράδεισο» του Τζάιλς Μίλτον (εκδόσεις Μίνωας) οι μαρτυρίες Σμυρνιών διαφορετικής εθνικότητας είναι ενδεικτικές. Ο Ρόμπερτ Μπέρι, κυβερνήτης του αμερικανικού πλοίου «Μάνλεϋ» σημειώνει ότι «οι Ελληνες δεν επέδειξαν ίχνος λεπτότητας στη μεταχείριση ενός λαού για τον οποίο η κατοχή εδαφών ήταν το πιο πικρό ποτήρι».

Με το πατριωτικό μεθύσι να βρίσκεται στο ζενίθ ήταν αναμενόμενο το αρχικό σχέδιο να πάει περίπατο. Οι Ελληνες στρατιώτες θα έπρεπε να είχαν αποκλείσει την οδό Προφήτη Ηλία, η οποία συνόρευε με την τουρκική συνοικία. «Αντί γι’ αυτό», σημειώνει ο Μίλτον, «συνέχισαν την παρέλασή τους προς νότο, κατά μήκος της προκυμαίας, ακολουθώντας μια διαδρομή που περνούσε μπροστά από τους στρατώνες που στέγαζαν τα τουρκικά στρατεύματα».

Μια σπίθα αρκούσε για να προκληθεί χάος, κι αυτό έγινε. Μόλις το σύνταγμα των ευζώνων πέρασε μπροστά από τον τουρκικό στρατώνα, κάποιος πυροβόλησε. Μέσα στην έξαψη της στιγμής ήταν μάλλον αναμενόμενο να στοχοποιηθούν οι Τούρκοι. Η αντίδραση των Ελλήνων ήταν καταιγιστική, καθώς «εξαπέλυσαν μια φοβερή ομοβροντία προς τον στρατώνα, τα καφενεία και το Διοικητήριο», σύμφωνα με τον Λεβαντίνο Ντόναλντ Ουίταλ.

Πενήντα έως εκατό άμαχοι υπολογίζεται ότι έπεσαν νεκροί. Οταν τα πνεύματα ηρέμησαν οι Τούρκοι αιχμάλωτοι βγήκαν από τον στρατώνα για να υποστούν στην συνέχεια ταπεινώσεις στη διαδρομή προς την προκυμαία και το «Πατρίς», το προσωρινό τους κρατητήριο. «Τους έσκισαν τα φέσια και τους έσπρωχναν», γράφει ο Ιαν Σμιθ, ο Βρετανός στρατιωτικός διοικητής της Σμύρνης. Εγιναν και πολύ χειρότερα, οι πιο άτυχοι εκτελέσθηκαν εν ψυχρώ.

Ο απολογισμός τρομακτικός: 300 - 400 Τούρκοι έπεσαν νεκροί, όπως και περίπου 100 Ελληνες. Μια ζοφερή προειδοποίηση για όσα θα ζούσε η πόλη λίγα χρόνια αργότερα.


Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ


Ο Σετράκ Αμπασιάν ανήκει στη νέα γενιά των Αρμενίων που ζουν στην Ελλάδα. Η οικογένειά του κατάγεται από τα Άδανα της Κιλικίας. Ο προπάππους του σκοτώθηκε από Τούρκους στη σφαγή των Αδάνων το 1909. Η οικογένειά του έφτασε Κωνσταντινούπολη και λίγο πριν τα γεγονότα του 1915 πέρασε τα σύνορα της Ελλάδας. «Δεν υπάρχει οικογένεια που έχει γλιτώσει από τις σφαγές και δεν έχει να διηγηθεί φρικιαστικές ιστορίες για τα παθήματα και των αφανισμό μελών της» λέει στο in.gr.

Πώς βίωσε η οικογένειά σου την Γενοκτονία;

Η Αρμενία είναι η χώρα καταγωγής του λαού μου και ο συνδετικός κρίκος των απανταχού Αρμενίων ανά τον κόσμο. Ως εκ τούτου, η σχέση μου και τα συναισθήματα μου για αυτήν είναι αγάπη, σεβασμός και περηφάνια για μια χώρα και ένα λαό που είναι από τους αρχαιότερους της περιοχής. 

Η οικογένειά μου κατάγεται από τα Άδανα της Κιλικίας κοντά στα παράλια της Μεσογείου, σχεδόν απέναντι από την Κύπρο. Στα τέλη του 1908 είχε αρχίσει να φαίνεται ξεκάθαρα η αντιπαλότητα των Τούρκων κατά των χριστιανικών πληθυσμών της περιοχής και ειδικότερα κατά των Αρμενίων, με τοπικές σφαγές στις περιοχές της τουρκοκρατούμενης Αρμενίας (Ανατολική Μικρά Ασία). Μία μέρα ο προπάππους μου είχε πάει στα χωράφια του για να επιβλέψει την παραγωγή που μάζευαν οι εργάτες και δεν επέστρεψε. Είχε ακουστεί ότι Τούρκοι τσέτες κατέβαιναν από τα ορεινά, λεηλατούσαν και σκότωναν του χωρικούς. Η σφαγή των Αδάνων του 1909 ήταν το αποκορύφωμα της εποχής. 

Ο τουρκικός όχλος με την καθοδήγηση των μουλάδων μπήκε στις αρμένικες γειτονιές και άρχισε να σφάζει, να λεηλατεί και να πυρπολεί ό,τι δεν κατάφερνε να αρπάξει. Κοντά στην γειτονιά που έμενε η οικογένεια του παππού μου υπήρχε και το νηματουργείο των αδελφών Τρυπάνη οι οποίοι εκτελούσαν και χρέη προξένου και υπήρχε η ελληνική σημαία πάνω στο εργοστάσιο. Πριν φτάσει ο όχλος στη συγκεκριμένη γειτονιά, ο Τρυπάνης έδωσε εντολή και άνοιξαν οι πόρτες του εργοστασίου και ο κόσμος, που έτρεχε αλαλάζοντας να σωθεί, βρήκε καταφύγιο στην αυλή και στους χώρους του εργοστασίου. Ο όχλος δε μπορούσε να παραβιάσει το χώρο του εργοστασίου με την ελληνική σημαία. Μετά την απομάκρυνση του όχλου, σε διάστημα μιας εβδομάδας η οικογένεια του παππού μου φορτώθηκαν ό,τι κατάφεραν να σώσουν από τα αποκαΐδια του σπιτιού και πήραν το τρένο για την Κωνσταντινούπολη όπου τα πράγματα ήταν πιο ήρεμα λόγω των ξένων αποστολών. Ο παππούς μου ήταν τότε 5 ετών.

Πότε ήρθε η οικογένειά σου στην Ελλάδα και πώς ήταν η εγκατάσταση εδώ;

Όταν τα πράγματα άρχισαν να αγριεύουν και στην Κωνσταντινούπολη, πριν ξεκινήσει το μεγάλο κακό του 1915, η προγιαγιά μου, λόγω και της «εμπειρίας» της πέρασε, τα σύνορά προς την Ελλάδα μαζί με τον παππού μου και τα άλλα 4 εν ζωή παιδιά της, και ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην προσφυγούπολη της Κοκκινιάς.  Η οικογένεια της γιαγιάς μου βρέθηκε και αυτή στην Κοκκινιά από άλλη διαδρομή. Πριν αρχίσει το τελικό ξεκλήρισμα των Αρμενίων των Αδάνων το 1916, η οικογένεια της γιαγιάς μου κατάφεραν να επιβιβασθούν σε γαλλικό πλοίο το οποίο αφού για εβδομάδες περιφέρονταν στα λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου όπου οι συμμαχικές δυνάμεις Γάλλων και Άγγλων απαγόρευαν την αποβίβαση των ταλαιπωρημένων προσφύγων, το πλοίο έπιασε Ελλάδα και οι ελληνικές αρχές επέτρεψαν την αποβίβαση στο κόλπο του Νέου Φαλήρου. Η Ελλάδα και οι Έλληνες, παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν την εποχή εκείνη, δέχτηκαν τους Αρμένιους που ήρθαν κατατρεγμένοι από την τουρκική θηριωδία. Αυτή η πράξη είναι κάτι το όποιο οι Αρμένιοι της Ελλάδας και η αρμένικη παγκόσμια κοινότητα δεν ξεχνά και θα είναι για πάντα υπόχρεη.

Σβήνουν ποτέ οι μνήμες αυτές;

Δυστυχώς οι εικόνες και τα γεγονότα εκείνης της περιόδου είναι βαθιά χαραγμένες στις μνήμες των επιζώντων και των οικογενειών τους. Δεν υπάρχει οικογένεια που έχει γλιτώσει από τις σφαγές και δεν έχει να διηγηθεί φρικιαστικές ιστορίες για τα παθήματα και των αφανισμό μελών της. Όλες αυτές οι ιστορίες και τα βιώματα περνάνε από τη μια γενιά στην επόμενη, κρατώντας άσβηστη τη μνήμη όλων αυτών που τόσο άδικα χάθηκαν. Δυστυχώς αυτό που δεν καταλαβαίνει η Τουρκία και οι χώρες που λόγω πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων αρνούνται να αναγνωρίσουν τα γεγονότα που συνέβησαν στον αρμενικό λαό την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου σαν Γενοκτονία, είναι πως με την άρνηση συνεχίζουν την Γενοκτονία, αυτή τη φόρα προσβάλλοντας τη μνήμη των θυμάτων αυτών των θηριωδιών. 

Πώς βλέπει η νέα γενιά των Αρμενίων την Γενοκτονία;

Η νέα γενιά των Αρμενίων αγωνίζεται για την αναγνώριση της Γενοκτονίας από την Τουρκία και από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας τιμώντας με αυτό τον τρόπο τη θυσία και τη μνήμη όλων αυτών που χάθηκαν, και με στόχο την οικοδόμηση μιας καλύτερης κοινωνίας για τις μελλοντικές γενιές.

Πώς κρίνεις τη στάση της Τουρκίας;

Υποκριτική. Δυστυχώς η Τουρκία αρνείται τη Γενοκτονία και αγωνίζεται κατά της αναγνώρισης της από τη διεθνή κοινότητα χρησιμοποιώντας όλα της τα μέσα, συμπεριλαμβανομένων της διαστρέβλωσης της Ιστορίας και της προπαγάνδας.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Τουρκία πρέπει να είναι προϋπόθεση για την ένταξή της στην ΕΕ;


Φυσικά. Η ΕΕ βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δε νοείται να υπάρχει κράτος που θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ και όχι μόνο να μη τηρεί αυτές τις αξίες, αλλά και να αρνείται ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.


Οι Αρμένιοι της Ελλάδας υπενθυμίζουν στην Τουρκία τη Γενοκτονία


Εκατό χρόνια από τη Γενοκτονία των Αρμενίων

Συνέντευξη Οβακιμιάν στο in.gr


Τον περσινό Απρίλιο ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε τα συλλυπητήριά του στα εγγόνια των θυμάτων της Γενοκτονίας. Φέτος χαρακτήρισε «παραλήρημα» την αναφορά του Πάπα στη Γενοκτονία των Αρμενίων. Πώς κρίνετε τη στάση της Τουρκίας; 

Μετά και την φετινή λυσσαλέα επίθεση σε όσους τόλμησαν και είπαν την αλήθεια μιλώντας για την πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα σε βάρος των Αρμενίων από την Τουρκία το 1915, είναι περισσότερο από προφανές, ότι η περσινή δήλωση του Ταγίπ Ερντογάν για την «λύπη του για τα τραγικά γεγονότα της περιόδου εκείνης» ήταν εντελώς προσχηματική και κενή περιεχομένου και φυσικά εντασσόταν στο πλαίσιο της πολιτικής εξωραϊσμού του προφίλ της Τουρκίας. 
Φέτος το «λίφτινκ» ξέφτισε και τα στόματα των Τούρκων αξιωματούχων ξεχείλισαν και πάλι από απειλές και μίσος αφού δεν μπορούν να διανοηθούν πως 100 χρόνια μετά, οι Αρμένιοι τους θυμίζουν με κάθε τρόπο την «απαγορευμένη» στην Τουρκία λέξη, και μιλούν ακόμα για την πραγματική ιστορία της Γενοκτονίας.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Τουρκία πρέπει να είναι βασική προϋπόθεση για την ένταξή της στην ΕΕ;

Είναι βαθιά πεποίθηση μας, ότι η Ευρώπη των δημοκρατικών εθνών, η Ευρώπη των αρχών του διαφωτισμού, δεν μπορεί παρά να θέτει ως ελάχιστες προϋποθέσεις για να υποδεχθεί ένα νέο μέλος στους κόλπους της ΕΕ, τόσο τον σεβασμό που αυτό το υποψήφιο κράτος-μέλος επιδεικνύει για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσο και το θάρρος του να απαλλαγεί από κάθε βάρος που κουβαλάει από τις μαύρες σελίδες της ιστορίας του. Δυστυχώς η σημερινή Τουρκία διαρκώς εξελισσόμενη σε μια καρικατούρα «δημοκρατίας» με τάσεις αυτοκρατορικής μεγαλομανίας, η οποία μάλιστα συνεχίζει να διατηρεί στρατεύματα κατοχής στα εδάφη της Κύπρου, ενός δηλαδή κυρίαρχου κράτους-μέλους της ΕΕ, απέχει πολύ από αυτές τις προϋποθέσεις και συμπεριφέρεται αυταρχικά απέναντι στους ίδιους τους πολίτες της και αρνείται να αναμετρηθεί με την αλήθεια και να αποδεχθεί το έγκλημα της Γενοκτονίας των Αρμενίων και τις συνέπειες του. Ναι, για εμάς η αποδοχή από την Τουρκία των εγκλημάτων που αιματοκύλησαν τους Αρμένιους και όχι μόνο αλλά και τους Πόντιους και τους Ασσύριους και τους Έλληνες και τους Κύπριους, είναι ένα βήμα για την χώρα αυτή προς τον πολιτικό πολιτισμό και την δημοκρατία, τις δυο δηλαδή πύλες που απαραιτήτως πρέπει να διαβεί για να προσεγγίσει το ευρωπαϊκό ιδεώδες. 

Πολλοί Αρμένιοι αποδίδουν μεγάλη σημασία στα εδάφη που έχασαν. Υπάρχει σήμερα θέμα εδαφικών διεκδικήσεων;

Πέρα από τον τραγικό αριθμό των 1.500.000 ψυχών που βρήκαν μαρτυρικό θάνατο την περίοδο της Γενοκτονίας, μία από τις σημαντικότερες απώλειες για τους Αρμένιους ήταν η απώλεια σχεδόν του 80% των ιστορικών εδαφών τους. Το μαρτυρούν αυτό τα ιστορικά κείμενα και οι χάρτες της εποχής, το μαρτυρούν αυτό τα χιλιάδες πολιτιστικά μνημεία που λεηλατήθηκαν και που τα ερείπιά τους στέκουν εκεί ακόμα, το μαρτυρούν αυτό τα κείμενα και τα ποιήματα στα λογοτεχνικά έργα της περιόδου. Τα εδάφη αυτά σήμερα κατέχονται παράνομα από την Τουρκία και η επιστροφή τους στον νόμιμο δικαιούχο τους φυσικά και εντάσσεται στις διεκδικήσεις των Αρμενίων.

Πώς φαντάζεστε το μέλλον των αρμενο-τουρκικών σχέσεων;

Η Αρμενία και οι Τουρκία είναι δύο γειτονικές χώρες. Υπό αυτό το δεδομένο οφείλουν να αναπτύξουν τις σχέσεις πάνω σε καθαρές βάσεις, ούτως ώστε οι λαοί τους να ζήσουν ειρηνικά. 
Οι αρμενο-τουρκικές σχέσεις είναι σαν ένα σταυροδρόμι και η επιλογή του δρόμου που αυτές θα ακολουθήσουν εξαρτάται αποκλειστικά από την Τουρκία. Αν η Τουρκία εισακούσει τα καλέσματα της διεθνούς κοινότητας αλλά και γενναίες φωνές Τούρκων επιφανών της διανόησης και των γραμμάτων που μιλούν πλέον ανοιχτά για το χρέος της Τουρκίας να συμφιλιωθεί με την αλήθεια, να αναγνωρίσει την Γενοκτονία του 1915, να αποδεχθεί και να αποκαταστήσει τις συνέπειες αυτού του εγκλήματος σε βάρος του Αρμενικού λαού, αν η Τουρκία άρει τον αποκλεισμό που έχει επιβάλλει στη Δημοκρατία της Αρμενίας, και σταματήσει την άκριτη υποστήριξη του Αζερμπαϊτζάν, σε πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, και αποφασίσει να συμβάλλει στις πρωτοβουλίες για εξεύρεση μιας οριστικής, δίκαιης και βιώσιμης λύσης του ζητήματος του Ορεινού Καραμπάχ, τότε οι δυο χώρες, οι δύο γειτονικοί λαοί θα δημιουργήσουν ένα μέλλον φωτεινό για τις νέες γενιές.
Αν η Τουρκία παραμείνει στο ίδιο σκοτεινό τούνελ που εδώ και έναν αιώνα είναι εγκλωβισμένη, τότε οι Αρμένιοι απανταχού θα συνεχίσουν να αγωνίζονται μέχρι να δικαιωθούν. 

Πώς βλέπει η νέα γενιά των Αρμενίων την υπόθεση της Γενοκτονίας;

Η νέα γενιά των Αρμενίων πιστεύει πως η υπόθεση της γενοκτονίας δεν είναι θέμα εθνικό, αλλά είναι θέμα πανανθρώπινο. Η ανθρωπιστική κρίση των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα και το κύμα των προσφύγων έχει οδηγήσει σε έξαρση τις φυλετικές διακρίσεις, ενώ παρατηρείται και σε παγκόσμιο επίπεδο αύξηση των εξτρεμιστικών τάσεων. Οι νέοι Αρμένιοι λοιπόν που ζουν στην Ελλάδα και δραστηριοποιούνται μέσω του φορέα τους που είναι η Αρμενική Νεολαία Ελλάδος, δεν αγωνίζονται μόνο για τα δικαιώματα και την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, αλλά και για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η άρνηση της γενοκτονίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει στην επανάληψή της. Η Αρμενική Νεολαία Ελλάδος καταδικάζει κάθε μορφή βίας, ρατσισμού και διακρίσεων και στοχεύει στην ευαισθητοποίηση του κοινού, όχι μόνο σε τοπικό και εθνικό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ποιες οι σχέσεις της Διασποράς των Αρμενίων με το κράτος της Αρμενίας;

Οι σχέσεις Διασποράς και Δημοκρατίας της Αρμενίας είναι άριστες. Οι Αρμένιοι της Διασποράς απανταχού, αναγνωρίζουν στην Δημοκρατία της Αρμενίας την πατρίδα τους, και ο καθένας ξεχωριστά αλλά και οι θεσμοί της Διασποράς συλλογικά, προστατεύουν σαν κόρη οφθαλμού την δραστήρια και διαρκώς αναπτυσσόμενη χώρα της Αρμενίας και υπερασπίζονται με κάθε τρόπο την ύπαρξη της.

Ποια η θέση της αρμενικής κοινότητας στην Ελλάδα; Τι προβλήματα αντιμετωπίζετε και ποιες οι σχέσεις μεταξύ των Αρμενίων της Ελλάδας με τη νέα γενιά Αρμενίων που έφτασαν στη χώρα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ;

Οι Αρμένιοι συνυπάρχουν με τους Έλληνες πάρα πολλά χρόνια. Έχουν πλήρως ενταχθεί στην ελληνική κοινωνία και υιοθετήσει χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας, διατηρώντας, παράλληλα, τα αρμένικα ήθη κι έθιμα. Σπουδάζουν κι εργάζονται στην Ελλάδα και νιώθουν Έλληνες και Αρμένιοι μαζί. Όσον αφορά τους συμπατριώτες Αρμενίους που ήρθαν ως οικονομικοί μετανάστες στην Ελλάδα μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, μετά από 20 χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος τους έχει ενταχθεί στην αρμένικη κοινότητα, πάει στο αρμένικο σχολείο, συμμετέχει, στους πολιτιστικούς, αθλητικούς, φιλανθρωπικούς φορείς της κοινότητας και στα δρώμενά της.


Ο κινηματογράφος για την τραγωδία

Όταν το σινεμά μιλά: Ταινίες για τη Γενοκτονία των Αρμενίων


Παρά τα 100 χρόνια που έχουν περάσει, η Γενοκτονία των Αρμενίων εξακολουθεί να περιβάλλεται από μία... σιωπή. 

Η σιωπή αυτή δεν αφορά μονάχα τη μη αναγνώρισή της ως Γενοκτονία από την Τουρκία –ή και από πολλές ακόμα χώρες-, αλλά εκτείνεται και στον χώρο του κινηματογράφου.

Λίγες ταινίες τολμούν να μιλήσουν για την τραγωδία και όσες το κάνουν, το κάνουν αποσπασματική ή φτάνουν δύσκολα σε ένα ευρύτερο κοινό.

Υπάρχουν, βέβαια, αρκετά ντοκιμαντέρ για τα τραγικά γεγονότα του 1915 (όπως το βραβευμένο Αγέντ του 2010), αλλά η μυθοπλασία αδυνατεί ακόμα να ασχοληθεί με τα βάσανα των Αρμενίων: είτε λόγω της γενικότερης σιωπής σχετικά με αυτά, είτε γιατί δεν ξέρει με ποιους όρους να μιλήσει. 

Κάποιες ταινίες, πάντως, μιλούν -ή προσπαθούν να μιλήσουν- για την τραγωδία.

Ravished Armenia
 (1919)

Η πρώτη ταινία για τη Γενοκτονία των Αρμενίων βασίζεται σε ένα βιβλίο του 1918 που αφηγείται την ιστορία της Αουρόρα Μαρντιγκανιάν. Ο εναλλακτικός τίτλος της ταινίας είναι «Η Δημοπρασία των Ψυχών» και αφηγείται τα μαρτύρια της νεαρής Αουρόρα, η οποία είδε να εκτελούνται μπροστά στα μάτια της ο πατέρας της, η μητέρα της και τα αδέλφια της. Από την ταινία σώζεται μόνο ένα τμήμα, το οποίο διατίθεται σε DVD μαζί με το βιβλίο της Μαρντιγκανιάν, η οποία θεωρείται σύμβολο για τους Αρμένιους.

Ναχαμπέτ (1977)

Η ταινία βασίζεται στο βιβλίο του Χρατσιά Κοτσάρ και αφηγείται την ιστορία του Ναχαμπέντ, ο οποίος καταφεύγει στην ανατολική Αρμενία, όπου δημιουργεί νέα οικογένεια. 

Μητέρα (Mayrik, 1991)

Η ξενιτιά αποτελεί ζήτημα που βρίσκεται στην καρδιά κάθε διωγμού. Στο λιμάνι της Μασσαλίας φτάνουν χιλιάδες Αρμένιοι, μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Μία οικογένεια προσπαθεί να χτίσει ξανά τη ζωή της, σε μια προσπάθεια να επουλώσει τα τραύματά της. Στην ταινία του Χένρι Βερνεουίλ πρωταγωνιστούν οι Ομάρ Σαρίφ και Κλαούντια Καρντινάλε.

Ararat (2002)

Από τις σημαντικότερες ταινίες για τη Γενοκτονία των Αρμενίων και μία από τις πρώτες πολύ γνωστές ταινίες που τολμά να μιλήσει για το θέμα, η ταινία του Ατόμ Εγκογιάν. Ένας σκηνοθέτης ζητά την βοήθεια μιας ιστορικού που έγραψε ένα βιβλίο για τον ζωγράφο από την Αρμενία, Αρσιλε Γκόργκι να γυρίσει μία ταινία πάνω στη Γενοκτονία των Αρμενίων. 

The Cut (2014)

Ένας τουρκικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης αποφασίζει να ασχοληθεί με την Γενοκτονία των Αρμενίων, προκαλώντας –όπως είναι αναμενόμενο- την οργή της Άγκυρας. Ο Φατίχ Ακίν αφηγείται τις συμφορές των Αρμενίων: τις εκτελέσεις, το καραβάνι του θανάτου, τον διωγμό από τα σπίτια και την πατρίδα. Ο ήρωας της ταινίας, μετά την Γενοκτονία, μένει μουγγός. Πρόκειται φαινομενικά για ένα σωματικής φύσεως τραύμα, αλλά στην πραγματικότητα μένει μουγγός επειδή δεν ξέρει τι να πει γι’ αυτό που έζησε. Η σιωπή είναι γι’ αυτόν -που έχει αντικρίσει την απόλυτη δυστυχία- η μόνη λογική επιλογή.

Το θέμα της Γενοκτονίας θα βρεθεί στο επίκεντρο της ταινίας Genex του Αρτ Σεβαντά έχει ως κεντρική ηρωίδα την 25χρονη Σάλι που θέλει να ξεφύγει από την οικογένεια της. Όταν ο πατέρας της δολοφονείται, εκείνη βρίσκεται αντιμέτωπη με συνωμοσίες που σχετίζονται με την Γενοκτονία. Η ταινία αναμένεται να κυκλοφορήσει στις αίθουσες το 2016.


Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Η ασυνήθιστη Μεγάλη Εβδομάδα του 1849




ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ   ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ

Θα ήταν μια Μεγάλη Εβδομάδα όπως όλες οι άλλες, όμως η άφιξη του εβραϊκής καταγωγής μεγαλοτραπεζίτη Ρότσιλντ στην Αθήνα του 1849 ανέτρεψε κάπως την ανατολίτικη ρουτίνα της μικρής πρωτεύουσας. Ο υψηλός καλεσμένος βρισκόταν στην Ελλάδα για να διαπραγματευτεί με την ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ιωάννη Κωλέττη τη σύναψη δανείου (τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα).

Η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τον ξένο επιχειρηματία από τα βάρβαρα έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας, και κυρίως τους κατά βούληση πυροβολισμούς, έλαβε αυστηρά μέτρα.

Ο Δήμος Βρατσάνος αφηγείται γλαφυρά στην «Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως» ότι ήδη από τη Μεγάλη Τετάρτη, «ο γενναίος λαός της πρωτευούσης ήρχισε να εκδηλώνει τη φιλοπόλεμη ψυχή του! Μπαμ! Μπουμ! Η κυβέρνηση, χάριν του ξένου, έλαβε άγρια μέτρα για να περιορίσει το βάρβαρο έθιμο (των πυροβολισμών). Ο υπουργός των Εσωτερικών κάλεσε το Διευθυντή της Αστυνομίας και του έδωσε αυστηρότατες διαταγές. Ο υπουργός των Εκκλησιαστικών κάλεσε στο γραφείο του τον Μητροπολίτη και όλους τους παπάδες της Αθήνας και τους έδωσε κι αυτός αυστηρές διαταγές να συστήσουν στους ενορίτες τους να μην πυροβολούν. Φυσικά όλες οι αρχές έλαβαν μέτρα. (...) Ποτέ όμως άλλοτε δεν έπεσαν στην Αθήνα τόσα βαρελότα και τόσοι πυροβολισμοί, όσα τη χρονιά εκείνη!».

Αλλά δεν ήταν μόνο το πολεμοχαρές φλέγμα των Αθηναίων η μοναδική πηγή ανησυχίας. Η πιθανότητα ο εβραϊκής καταγωγής Ρότσιλντ να έβλεπε με τα μάτια του το έθιμο του καψίματος ομοιώματος του Ιούδα του Ισκαριώτη προκαλούσε νέους πονοκεφάλους. Η διαταγή για απαγόρευση του εθίμου οδήγησε τελικά στο οργισμένο ξέσπασμα του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στον ναό των Ταξιαρχών. Τη «νύφη» πλήρωσε το γειτονικό σπίτι του Δαυίδ Μπονιφάτσιο Πατσίφικο στου Ψυρρή, καθώς τον υποπτεύτηκαν (λανθασμένα) ως υποκινητή της διαταγής. Γόνος Εβραίων της Ισπανίας, πρώην πρόξενος, Αγγλος υπήκοος και προστατευόμενος της Δούκισσας της Πλακεντίας, ο Πατσίφικο είχε αποκτήσει κακή φήμη ανάμεσα σε ορισμένους Αθηναίους που τον θεωρούσαν «τυχοδιώκτη» και οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία να τον εκδικηθούν. Για να μην πέσει στα χέρια του όχλου, κρύφτηκε με τις κόρες του στη σοφίτα του σπιτιού του. Από τα υπόλοιπα δωμάτια διασώθηκαν μόνο οι τοίχοι.

Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις εξαιτίας των «υπερβολικών» απαιτήσεων του Πατσίφικο για την αποζημίωσή του και οδήγησαν στα περίφημα «Παρκερικά», δηλαδή στον ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας από τον αγγλικό στόλο (Δεκέμβριος 1849 - Απρίλιος 1850) υπό τον ναύαρχο Ουίλιαμ Πάρκερ.

Ποιος είπε ότι το Πάσχα στην Αθήνα δεν έχει ενδιαφέρον;

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Η δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου Α

Οσο σκαλίζει κανείς τη δολοφονία του Γεωργίου Α' τόσο πιο μυστηριώδης φαίνεται. Ηταν απόγευμα, γύρω στις 5, της Τρίτης 5 Μαρτίου 1913. Ο βασιλιάς που είχε κατανοήσει τη σημασία της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, ήταν εγκατεστημένος εκεί και επέστρεφε στα ανάκτορα από έναν απογευματινό περίπατο. Τον ακολουθούσαν δύο κρήτες χωροφύλακες, σωματοφύλακές του, 5-6 στρατιώτες και γύρω στους 15 πολίτες που τους άρεσε να συνοδεύουν εξ αποστάσεως το σημαίνον αυτό πρόσωπο στον περίπατό του. Ενας από  αυτούς, ο Αλέξανδρος Σχινάς, πλησίασε, έβγαλε ένα παλιό μαυροβουνιώτικο πιστόλι, τον σημάδεψε και τον πυροβόλησε. Ολα έγιναν μπροστά από ένα κτίριο που φρουρούσαν βούλγαροι στρατιώτες, οι οποίοι έκαναν σαν να μην είδαν τίποτα.
Ο Σχινάς ήταν αλλοπρόσαλλος. «Ηταν ρακένδυτος. Την ώρα της σύλληψής του μάλιστα φαινόταν αξιολύπητος. Μια μαδημένη φυσιογνωμία, χτισμένη μέσα σ' ένα παλιό σταχτί παλτό με ραβδώσεις μολυβδόχρους. Τα μπλε του ρούχα, παλιά, καταλερωμένα. Τα αυτιά του, όχι αυτιά αλλά δύο μεγάλα σαρκώματα», έγραφε τότε η «Ακρόπολις» και μεταφέρει η Αρίστη Προυσσιώτη.
Ακόμα και η καταγωγή του ήταν ασαφής. Το πιθανότερο, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1870 από πατέρα παντοπώλη από το Λιτόχωρο που άλλοτε λεγόταν Φλόκας. Η μητέρα του ήταν μάλλον Βουλγάρα από τις Σέρρες. Η εμφάνισή του δεν συμβάδιζε με το μορφωτικό του επίπεδο. Είχε κάνει σπουδές Ιατρικής στο Καποδιστριακό της Αθήνας (είχε και θείο γιατρό), για τις οποίες ήταν περήφανος. Μιλούσε καλά την καθαρεύουσα, η σκέψη του ήταν διαυγής, ήξερε γαλλικά. Είχε ταξιδέψει αρκετά και στο εξωτερικό. Με τι λεφτά άραγε; Είχε πάντως μανία καταδιώξεως, νόμιζε ότι τον κυνηγούσαν να τον σκοτώσουν. Και ήταν ομοφυλόφιλος, που είχε συνάψει σχέσεις με άνδρες από ποικίλες κοινωνικές τάξεις, τους οποίους ενδεχομένως εκβίαζε για να βγάζει τα προς το ζην. Για τον ίδιο λόγο είχε κάνει μικροαπάτες και χαρτόπαιζε.
Δήλωνε σοσιαλιστής και διεθνιστής. Μια τουρκική εφημερίδα έγραψε ότι ήταν και κομιτατζής, γνωστός ως Αλέξιος Κνιάζωφ, καταδικασθείς ερήμην εις θάνατον το 1902 από το Κακουργιοδικείο Μοναστηρίου.
Στις ανακρίσεις έδειχνε ευφυΐα και θόλωνε τα νερά. Εφαγε πολύ ξύλο και στην πορεία αράδιαζε διάφορα ονόματα εραστών του. Κάποια στιγμή ειπώθηκε ότι το όπλο τού το έδωσε βούλγαρος αξιωματικός. Μετά όμως ισχυρίστηκε ότι είχε συνάψει ερωτική σχέση και με τον υπασπιστή του βασιλιά, αντισυνταγματάρχη Ιωάννη Φραγκούδη!
Η Γερμανία τότε είχε θέσει σε εφαρμογή σχέδιο διείσδυσης στην Ανατολή. Σκοπός, η μείωση των ερεισμάτων της Αγγλίας στο Σουέζ και στην Ινδία. Η αγγλόφιλη Ελλάδα ήταν ένα μικρό εμπόδιο. Ο Κάιζερ περνούσε στον γαμπρό του Κωνσταντίνο την ιδέα ότι με την απομάκρυνση του Σουλτάνου, θα μπορούσε να διεκδικηθεί από αυτόν ο τίτλος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου!
Ο Σχινάς που κατά κάποιο τρόπο υπερηφανευόταν για τη δολοφονία, η οποία θα του χάριζε μια θέση στην Ιστορία, δήλωσε ότι θα πει την αλήθεια μόνο στη βασίλισσα Ολγα, χήρα πλέον του Γεωργίου. Εκείνη πήγε να τον βρει στη φυλακή. Ο Σχινάς της είπε, θολώνοντας ακόμα περισσότερο τα νερά, ότι ιθύνων νους της δολοφονίας ήταν ο ίδιος ο... Γεώργιος!
Αυτό όμως δεν φάνταζε εντελώς απίθανο. Υπήρχε υπόνοια ότι ακόμη μία απόπειρα εναντίον του, μετά την ήττα του 1897, υπήρξε σκηνοθετημένη για να τον καταστήσει συμπαθή στον λαό. Θα μπορούσε να έχει σκηνοθετηθεί και εδώ μια αποτυχημένη απόπειρα, δηλαδή το χέρι του Σχινά θα μπορούσε πράγματι να το έχει οπλίσει ο υπασπιστής Φραγκούδης, με τη διαφορά ότι η βολή, κατά λάθος ή όχι, βρήκε τον στόχο που δεν έπρεπε να βρει. Ο λόγος μιας αποτυχημένης απόπειρας θα ήταν να κατηγορηθεί γι' αυτήν η Γερμανία και ο Κωνσταντίνος να απαγκιστρωθεί από τον μέντορα πεθερό του.
Η αλήθεια δεν θα μαθευτεί ποτέ, όπως φαίνεται. Ο Σχινάς, σε μια στιγμή που βρέθηκε μόνος στο ανακριτικό γραφείο, πήδησε από το παράθυρο και σκοτώθηκε. Τι λόγο είχε να αυτοκτονήσει πριν από τη δίκη που θα διαφήμιζε ακόμη περισσότερο το έγκλημα για το οποίο επαιρόταν; αναρωτήθηκε σε άρθρο του ο Ιωάννης Κονδυλάκης. Εξού και κάποιοι πιστεύουν ότι δεν αυτοκτόνησε, αλλά εκπαραθυρώθηκε. Αν ενεργούσε για λογαριασμό της Βουλγαρίας, αυτό έπρεπε να κουκουλωθεί για να μην ξαναγίνει πόλεμος. Ακόμα περισσότερο, αν ήταν γερμανικός δάκτυλος ή συνωμοσία του παλατιού.
Το άλλο πρόσωπο-κλειδί, ο Φραγκούδης, που θα μπορούσε να ενεργεί για λογαριασμό του Γεωργίου αλλά και της Σοφίας, είχε επίσης περίεργο τέλος. Τον είχαν στείλει στις ΗΠΑ για λόγους... ασφαλείας. Στις 20 Οκτωβρίου 1916, οι «New York Times» έγραψαν: «Ο Ι. Φραγκούδης, πρώην υπασπιστής του βασιλιά της Ελλάδας, σκοτώθηκε σήμερα στο Στάτεν Αϊλαντ από καλώδιο υψηλής τάσης. Διέσχιζε μια λεωφόρο με φίλο του όταν σκόνταψε σε πεσμένο καλώδιο, μπερδεύτηκε σε αυτό και πέθανε από ηλεκτροπληξία πριν προλάβει να τον ελευθερώσει ο φίλος του».

 Από παλαιότερο δημοσίευμα της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Στο εδώλιο μέλος των SS


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Κατά τη διάρκεια της «επιχείρησης Ουγγαρία», όταν τουλάχιστον 137 σιδηροδρομικά δρομολόγια μετέφεραν εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίους στους θαλάμους αερίων του Αουσβιτς, ο Οσκαρ Γκρένινγκ ήταν 23 ετών και αξιωματικός στα SS. Αποστολή του ήταν να συγκεντρώνει και να μετράει τα χρήματα από τις αποσκευές των νεοαφιχθέντων αιχμαλώτων. Εβδομήντα χρόνια μετά, ο άνθρωπος που έχει γίνει γνωστός ως «λογιστής του Αουσβιτς» περιμένει τη στιγμή που θα καθίσει στο εδώλιο. Πριν από λίγες ημέρες ορίστηκε η δίκη του για τον ερχόμενο Απρίλιο στο Λούνεμπουργκ της Γερμανίας. Κατηγορείται για συνέργεια σε χιλιάδες φόνους.

Ο νομικός Τόμας Βάλτερ, πρώην δικαστής και ερευνητής ναζιστικών εγκλημάτων, θα εκπροσωπήσει σε αυτή τη δίκη περίπου 50 ανθρώπους, επιβιώσαντες και συγγενείς θυμάτων του Ολοκαυτώματος από την Ουγγαρία. Η «Κ» εξασφάλισε και παρουσιάζει τον πυρήνα του 89 σελίδων κατηγορητηρίου κατά του 93χρονου Γκρένινγκ. Σε αυτό αναφέρεται ότι για πρώτη φορά το 1942 παρακολούθησε την εκτέλεση αιχμαλώτων που απέδρασαν μια νύχτα από το Αουσβιτς. Τους κυνήγησε στα χωράφια. Οταν τους έπιασαν, είδε ένα Γερμανό αξιωματικό να τους οδηγεί γυμνούς σε έναν αχυρώνα, να φοράει μάσκα αερίων και να κλείνει τις πόρτες. «Οι κραυγές των θυμάτων χαράχτηκαν στη μνήμη του», αναφέρουν οι γερμανικές εισαγγελικές αρχές.

Το κατηγορητήριο εστιάζει στην περίοδο 16 Μαΐου με 11 Ιουλίου 1944, όταν έφτασε μεγάλος αριθμός Ούγγρων Εβραίων στο Αουσβιτς. Τουλάχιστον μία φορά, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Γκρένινγκ πλησίασε από περιέργεια τους θαλάμους αερίων μέσα στο Αουσβιτς. Παρακολούθησε πώς παραπλανήθηκαν οι αιχμάλωτοι νομίζοντας ότι κατευθύνονται σε λουτρά. Μόλις γδύθηκαν και σφράγισαν οι πόρτες πίσω τους, ο Γκρένινγκ είδε φρουρούς του στρατοπέδου να ρίχνουν από ανοίγματα στην οροφή το εντομοκτόνο Zyklon-B. «Ακουσε τις κραυγές τους. Μετά το έβαλε στα πόδια. Οσα παρακολούθησε επιβεβαιώνουν ότι γνώριζε για τις εκτελέσεις των αιχμαλώτων», αναφέρει η εισαγγελία του Αννόβερου.

Στους θαλάμους αερίων

Ο Γκρένινγκ γεννήθηκε το 1921 στο Νίμπουργκ. Στα 19 του κατατάχθηκε εθελοντικά στα SS και λίγα χρόνια αργότερα αποσπάστηκε στο Αουσβιτς. Τοποθετήθηκε στο τμήμα IV των αρχηγείων του στρατοπέδου συγκέντρωσης όπου υπηρέτησε δύο χρόνια εκεί. Μάζευε τα χρήματα από τις αποσκευές που άφηναν οι αιχμάλωτοι με την άφιξή τους στον σιδηροδρομικό σταθμό ή από τα ρούχα τους μετά την εκτέλεσή τους. Οταν συγκέντρωνε μεγάλα ποσά ταξίδευε με τρένο στο Βερολίνο και τα παρέδιδε στην αρμόδια υπηρεσία.

Στο κατηγορητήριο περιγράφεται με λεπτομέρεια η λειτουργία των θαλάμων αερίων. Οι ναζί χρησιμοποιούσαν για τις εκτελέσεις το εντομοκτόνο Zyklon-B που έχει βάση του το υδροκυάνιο. Με την εισπνοή του προκαλεί παράλυση του αναπνευστικού και σε μεγάλες συγκεντρώσεις οδηγεί σε ακαριαίο θάνατο. Οταν οι αιχμάλωτοι αντιλαμβάνονταν τι συνέβαινε προσπαθούσαν να σκαρφαλώσουν όσο πιο ψηλά μέσα στους θαλάμους για να μην εισπνέουν το αέριο. «Οταν άνοιγαν οι πόρτες κάποιοι αιχμάλωτοι ήταν τόσο σφιχτά αγκαλιασμένοι που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τσεκούρια για να χωριστούν οι σοροί», αναφέρει το κατηγορητήριο.

Ο Γκρένινγκ δεν σκότωσε κάποιον. Παρακολουθούσε όμως. Το αρχικό του σοκ εξελίχθηκε σε αδιαφορία. Ο ίδιος ισχυρίζεται πως είναι αθώος. Το 2005, δεκαετίες μετά, αποφάσισε να μιλήσει για όσα είχε δει με σκοπό να εξιλεωθεί αλλά και να διαψεύσει τους αρνητές του Ολοκαυτώματος. Παραδέχτηκε στο βρετανικό τηλεοπτικό δίκτυο BBC ότι υπήρξε μάρτυρας εγκλημάτων πολέμου. Η ποινική δίωξή του εντάσσεται στις τελευταίες προσπάθειες της γερμανικής δικαιοσύνης να οδηγήσει στη φυλακή εγκληματίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου προτού αποβιώσουν.



Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Το ημερολόγιο της Ερνα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Οπως συμβαίνει, σχεδόν πάντα, στα κινηματογραφικά φεστιβάλ, υπάρχει μία ταινία που σε ακολουθεί, επισκιάζοντας κάπως τις υπόλοιπες. Η επιρροή της βρίσκεται στα συνδηλούμενα, που πληθαίνουν αντί να αραιώνουν καθώς ο θεατής απομακρύνεται από την πρώτη προβολή. Αυτό συνέβη με το «In the Crosswind» («Πλευρικοί άνεμοι») από την Εσθονία, του 27χρονου Μάρτι Χέλντε. Απέσπασε το βραβείο Καλλιτεχνικής Επίτευξης (μόνο) αλλά συζητήθηκε ως μία από τις καλύτερες ταινίες του 55ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Θέμα, η εθνοκάθαρση που διεξήγαγαν οι σοβιετικές δυνάμεις κατοχής το 1941 στις χώρες της Βαλτικής. Εκατοντάδες χιλιάδες Εσθονοί, Λιθουανοί και Λεττονοί εξολοθρεύτηκαν επί Στάλιν.

«Δεν μπορώ να κατανοήσω τι κακό έχουμε κάνει εμείς, οι απλοί άνθρωποι, στην τεράστια Ρωσία. Ενα καθεστώς δεν μπορεί να κλέψει από χιλιάδες ανθρώπους αυτό που πιστεύουν και αγαπούν». Η Ερνα είναι μια νεαρή μητέρα που εκτοπίζεται στη Σιβηρία μαζί με την κόρη της. Ο σκηνοθέτης αξιοποιεί τα γράμματα που στέλνει η γυναίκα στον επίσης εκτοπισμένο σύζυγό της, Χέλντερ, για να περιγράψει ό,τι ζει, προσπαθώντας να επιβιώσει. Η ιστορία είναι πραγματική και τα γράμματα ανακάλυψε ο σκηνοθέτης σε αρχείο.

Η ασπρόμαυρη εικόνα παγώνει σε ταμπλό βιβάν που διαδέχονται το ένα το άλλο. Σαν καρτ ποστάλ που κανείς δεν θα επέλεγε να στείλει, γιατί δεν θα υπήρχε κανείς που να επιθυμούσε να παραλάβει. Η μόνη δράση της ταινίας είναι η αφήγηση· το ημερολόγιο της Ερνα.

«Είμαστε στοιβαγμένοι σε βαγόνια για 26 συνεχόμενες ημέρες. Κανείς δεν μπορούσε να γδυθεί ή να πλυθεί μπροστά στους άλλους. Η Ελίντε αρρώστησε με δυσεντερία», γράφει η Ερνα, για το πρώτο μέρος του ταξιδιού με τρένα, που οδηγούν εκείνη και τη μικρή κόρη της Ελίντε, μαζί με πολλούς άλλους, στην αχανή Σιβηρία. «Αναρωτιέμαι αν έχουν υπάρξει ποτέ αιχμάλωτοι με τόσο πολύ χώρο που να λαχταρούν τα όρια...», σημειώνει.

«Από τις 51 γυναίκες και παιδιά στο βαγόνι μας, οι 42 έφτασαν ώς εδώ. Χθες, μία γυναίκα σκότωσε τα παιδιά της και μετά αυτοκτόνησε. Είναι ο θάνατος πράγματι ευκολότερος από αυτό που μας περιμένει; (...) Χέλντερ, ο χρόνος έχει εδώ άλλη διάσταση. Το προσωρινό δεν ισχύει πια. Μετράμε τον χρόνο με τις ειδήσεις που φτάνουν σ’ εμάς. Οι μέρες και οι εβδομάδες φαίνονται μικρότερες. (...) Ρώτησα την Ελίντε τι θέλει για τα γενέθλιά της. Μου απάντησε “μια φραντζόλα ψωμί”. Τη ρώτησα πολλές φορές. Η απάντηση ίδια: “μια φραντζόλα ψωμί”. Η διαρκής πείνα δεν την αφήνει να ονειρευτεί τίποτα άλλο από ψωμί. (...)

Χήρα είναι μια γυναίκα που χάνει τον άντρα της, ορφανό ένα παιδί που χάνει τους γονείς του. Πώς λένε όμως τη γυναίκα που χάνει το παιδί της; Αυτό το συναίσθημα δεν αξίζει μια λέξη; (...) Πού πρέπει να πάει κανείς όταν του έχουν κλέψει ό,τι έχει και αγαπάει;».

Τα ερωτήματα δεν έχουν απάντηση. Είναι ο σιωπηλός θρήνος και διαρκής λυγμός της Ερνα, που δεν χάνει την ελπίδα και την πίστη της στην ανάγκη της ανθρώπινης σχέσης και συνύπαρξης. Επιστρέφει στο χωριό της, στην Εσθονία, ύστερα από πολλά χρόνια, μετά τον θάνατο του Στάλιν· επιστρέφει εκεί όπου βρισκόταν η ανθισμένη μηλιά, στο σημείο όπου διασταυρώνονται οι άνεμοι, αλλά όχι και στην «κανονικότητα». Αυτή έχει χαθεί μαζί με τα αγαπημένα της πρόσωπα.

Τι νόημα έχει, θα αναρωτηθείτε, να γράφει κανείς για μια ταινία που ενδεχομένως δεν θα προβληθεί ποτέ στις αίθουσες και, επιπλέον, το θέμα της δεν είναι καθόλου επίκαιρο. Μία υπάλληλος του αρχείου, στο οποίο πήγαινε καθημερινά ο σκηνοθέτης και έψαχνε φωτογραφίες, τον πλησίασε κρατώντας ένα μικρό ημερολόγιο και του είπε: «Πρέπει να διαβάσεις, νεαρέ. Μη μένεις μόνο στις εικόνες». Ισως, αυτό, να είναι το νόημα.