Από την προκατάληψη στο χυμένο αίμα
Συνολικά 20.000 Τσιγγάνοι έχασαν
τη ζωή τους σε θαλάμους αερίων του Αουσβιτς.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Κάθε λίγο
και λιγάκι, σε πολλές χώρες της Ευρώπης, θα έρθει στην επιφάνεια το ζήτημα των
Ρομά, όπως η πολιτική ορθότητα επέβαλε να ονομάζουμε τους Τσιγγάνους. Πριν από
ένα μήνα, με τα γεγονότα στον καταυλισμό τους στο Χαλάνδρι, ξαναήρθε στη
δημόσια συζήτηση και στην Ελλάδα. Οσα διαβάζω και ακούω σχετικώς με κάνουν να
θέλω να θυμίσω μια παλιά ιστορία: τον διωγμό και την εξόντωσή τους από τον
ναζισμό.
Οι Τσιγγάνοι από τότε που πάτησαν το πόδι τους στην Ευρώπη –η παρουσία τους μαρτυρείται στην Ελλάδα από τον 14ο αιώνα– ζουν μετακινούμενοι διαρκώς, μέσα στη γενική καχυποψία και περιφρόνηση, φορτωμένοι όλα τα στερεότυπα της προκατάληψης. Θεωρούνται ευεπίφοροι για κάθε είδους ανήθικη και εγκληματική πράξη. Κυρίως όμως ήταν πάντοτε οι ξένοι. Τους ξεχώριζε το χρώμα τους, η γλώσσα τους, ο τρόπος της ζωής τους. Η κοινωνική καχυποψία και εχθρότητα οδηγούν πάντα σε νομοθετήματα και διώξεις. Μας ενδιαφέρει κυρίως, για το θέμα μας, η Kεντρική Ευρώπη και η Γερμανία, όπου οι Τσιγγάνοι θα φτάσουν στις αρχές του 15ου αιώνα. Στις γερμανικές λοιπόν χώρες, από το 1497 μέχρι το 1933, θα εκδοθούν εκατοντάδες διατάγματα κατά των Τσιγγάνων. Μοναρχίες και Δημοκρατίες νομοθετούν διαρκώς εναντίον τους.
Οταν ο Χίτλερ παίρνει την εξουσία, στη Γερμανία ζουν 26.000 Τσιγγάνοι (στην πλειονότητά τους Σίντι). Η μικρή αυτή μειονότητα δεν αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος για τους ναζί, οι οποίοι, τα τέσσερα πρώτα χρόνια, θα συνεχίσουν απλώς την πολιτική της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, μια πολιτική ταλαιπώρησης των Τσιγγάνων και διώξεων. Θα τη συνεχίσουν και θα την εντείνουν: ο τρίτος νόμος της Νυρεμβέργης (Σεπτέμβριος 1935) για την «Προστασία του γερμανικού αίματος και της τιμής» θα συμπληρωθεί, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, με μια διάταξη που απαγορεύει τον γάμο ή τις σεξουαλικές σχέσεις ατόμων της γερμανικής φυλής με άτομα ξένου αίματος και πέραν των Εβραίων, εν προκειμένω και με Τσιγγάνους. Οι Τσιγγάνοι όμως ήταν όντως άτομα ξένου αίματος; Οι Τσιγγάνοι ήταν άριοι, κοιτίδα τους ήταν η Ινδία, από την οποία μετανάστευσαν κατά κύματα πριν από 1.000 χρόνια για να φτάσουν και στην Ευρώπη.
Επρεπε λοιπόν να επιστρατευτεί η επιστήμη για να αποδείξει ότι οι Τσιγγάνοι ήταν και αυτοί ξένου αίματος. Το έργο διεκπεραίωσε ο καθηγητής Ρόμπερτ Ρίττερ (Ritter), του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης, που θα «αποδείξει» ότι οι Τσιγγάνοι της Γερμανίας δεν είναι άριοι αλλά προϊόν επιμειξίας (Mischlinge) – μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό κρίθηκε φυλετικά καθαρό. Βεβαιώθηκε λοιπόν «επιστημονικά» ότι οι Τσιγγάνοι ανήκουν σε μια κατώτερη φυλή και είναι βιολογικά προδιατεθειμένοι να παρασιτούν εκτός κοινωνίας, να μένουν άεργοι και να εγκληματούν. Το ναζιστικό καθεστώς έχει αρχίσει, από το 1937, να κλείνει τους Τσιγγάνους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για να προφυλάξει την κοινωνία από το έγκλημα. Μετά όμως τις «έρευνες» του Ρίτερ, ο δρόμος είχε ανοίξει για την έκδοση από τον Χίμλερ του διατάγματος για την «καταπολέμηση της μάστιγας των Τσιγγάνων» (8.12.1938). Οι Τσιγγάνοι διώκονται πια με φυλετικά κριτήρια, άρα δεν υπάρχει διαφυγή.
Στις 26 Φεβρουαρίου 1943 το τρένο φέρνει στο Αουσβιτς τους πρώτους Τσιγγάνους. Θα μεταφερθούν συνολικά εκεί 23.000, από τη Γερμανία και την Αυστρία. Από αυτούς περίπου οι 5.600 οδηγήθηκαν στους θαλάμους αερίων. Εχασαν τη ζωή τους στο Αουσβιτς συνολικά 20.000 Τσιγγάνοι, ποσοστό δηλαδή 85%. (Guenter Lewy, «The Nazi Persecution of the Gypsies»,Oxford University
Press 2000, σ. 166 ).
Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ακόμη, με σχετική ακρίβεια, πόσοι Τσιγγάνοι από όλη την Ευρώπη έχασαν τη ζωή τους από τον ναζισμό. Οι αριθμοί που προτείνονται από διάφορους ερευνητές έχουν μεγάλη απόκλιση μεταξύ τους, το ίδιο και οι αριθμοί για τον συνολικό πληθυσμό τους πριν από την άνοδο του ναζισμού και τον πόλεμο. Δεν είναι πάντως πιθανό να ανέρχονται σε 500.000, όπως συχνά λέγεται από επίσημα και ανεπίσημα χείλη.
Γιατί τα θυμίζω όλα αυτά; Για να πω τούτο το απλούστατο: οι φασισμοί, ναζισμοί, ολοκληρωτισμοί και λοιποί καταποντισμοί δεν επινοούν εκ του μηδενός τους εχθρούς που θα εξοντώσουν, τους βρίσκουν έτοιμους από την κοινωνία, από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπά της.
Θα προσθέσω και κάτι τελευταίο: δικαιοσύνη δεν υπάρχει στη ζωή, δεν υπάρχει ούτε στον θάνατο. Για τους Τσιγγάνους που εξολόθρεψε το ναζιστικό καθεστώς, δεν υψώνονται μνημεία, δεν γίνονται συνέδρια και ημερίδες, δεν ιδρύονται μουσεία. Τα σχετικά βιβλία πιάνουν ένα-δυο ράφια. Οι Τσιγγάνοι δεν έχουν λογίους, δεν έχουν ερευνητές και πανεπιστήμια και περιοδικά και όλα τα σχετικά. Εξακολουθούν να περιφέρονται μέσα στη γενική περιφρόνηση και εχθρότητα. Δεν θέλω να κάνω ανοίκειες συγκρίσεις. Κανένα από τα ναζιστικά εγκλήματα δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γενοκτονία των Εβραίων. Κανένα απολύτως. Αυτό όμως δεν είναι λόγος να μην αποδώσουμε σε αυτούς τους παρίες της Ιστορίας όση δικαιοσύνη και μνήμη τους αναλογεί. Τούτη η δικαιοσύνη προς τους νεκρούς Τσιγγάνους, θύματα του ναζισμού, ίσως συμβάλει, λέω ίσως, και στον σεβασμό προς τους ζωντανούς.
Οι Τσιγγάνοι από τότε που πάτησαν το πόδι τους στην Ευρώπη –η παρουσία τους μαρτυρείται στην Ελλάδα από τον 14ο αιώνα– ζουν μετακινούμενοι διαρκώς, μέσα στη γενική καχυποψία και περιφρόνηση, φορτωμένοι όλα τα στερεότυπα της προκατάληψης. Θεωρούνται ευεπίφοροι για κάθε είδους ανήθικη και εγκληματική πράξη. Κυρίως όμως ήταν πάντοτε οι ξένοι. Τους ξεχώριζε το χρώμα τους, η γλώσσα τους, ο τρόπος της ζωής τους. Η κοινωνική καχυποψία και εχθρότητα οδηγούν πάντα σε νομοθετήματα και διώξεις. Μας ενδιαφέρει κυρίως, για το θέμα μας, η Kεντρική Ευρώπη και η Γερμανία, όπου οι Τσιγγάνοι θα φτάσουν στις αρχές του 15ου αιώνα. Στις γερμανικές λοιπόν χώρες, από το 1497 μέχρι το 1933, θα εκδοθούν εκατοντάδες διατάγματα κατά των Τσιγγάνων. Μοναρχίες και Δημοκρατίες νομοθετούν διαρκώς εναντίον τους.
Οταν ο Χίτλερ παίρνει την εξουσία, στη Γερμανία ζουν 26.000 Τσιγγάνοι (στην πλειονότητά τους Σίντι). Η μικρή αυτή μειονότητα δεν αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος για τους ναζί, οι οποίοι, τα τέσσερα πρώτα χρόνια, θα συνεχίσουν απλώς την πολιτική της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, μια πολιτική ταλαιπώρησης των Τσιγγάνων και διώξεων. Θα τη συνεχίσουν και θα την εντείνουν: ο τρίτος νόμος της Νυρεμβέργης (Σεπτέμβριος 1935) για την «Προστασία του γερμανικού αίματος και της τιμής» θα συμπληρωθεί, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, με μια διάταξη που απαγορεύει τον γάμο ή τις σεξουαλικές σχέσεις ατόμων της γερμανικής φυλής με άτομα ξένου αίματος και πέραν των Εβραίων, εν προκειμένω και με Τσιγγάνους. Οι Τσιγγάνοι όμως ήταν όντως άτομα ξένου αίματος; Οι Τσιγγάνοι ήταν άριοι, κοιτίδα τους ήταν η Ινδία, από την οποία μετανάστευσαν κατά κύματα πριν από 1.000 χρόνια για να φτάσουν και στην Ευρώπη.
Επρεπε λοιπόν να επιστρατευτεί η επιστήμη για να αποδείξει ότι οι Τσιγγάνοι ήταν και αυτοί ξένου αίματος. Το έργο διεκπεραίωσε ο καθηγητής Ρόμπερτ Ρίττερ (Ritter), του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης, που θα «αποδείξει» ότι οι Τσιγγάνοι της Γερμανίας δεν είναι άριοι αλλά προϊόν επιμειξίας (Mischlinge) – μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό κρίθηκε φυλετικά καθαρό. Βεβαιώθηκε λοιπόν «επιστημονικά» ότι οι Τσιγγάνοι ανήκουν σε μια κατώτερη φυλή και είναι βιολογικά προδιατεθειμένοι να παρασιτούν εκτός κοινωνίας, να μένουν άεργοι και να εγκληματούν. Το ναζιστικό καθεστώς έχει αρχίσει, από το 1937, να κλείνει τους Τσιγγάνους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για να προφυλάξει την κοινωνία από το έγκλημα. Μετά όμως τις «έρευνες» του Ρίτερ, ο δρόμος είχε ανοίξει για την έκδοση από τον Χίμλερ του διατάγματος για την «καταπολέμηση της μάστιγας των Τσιγγάνων» (8.12.1938). Οι Τσιγγάνοι διώκονται πια με φυλετικά κριτήρια, άρα δεν υπάρχει διαφυγή.
Στις 26 Φεβρουαρίου 1943 το τρένο φέρνει στο Αουσβιτς τους πρώτους Τσιγγάνους. Θα μεταφερθούν συνολικά εκεί 23.000, από τη Γερμανία και την Αυστρία. Από αυτούς περίπου οι 5.600 οδηγήθηκαν στους θαλάμους αερίων. Εχασαν τη ζωή τους στο Αουσβιτς συνολικά 20.000 Τσιγγάνοι, ποσοστό δηλαδή 85%. (Guenter Lewy, «The Nazi Persecution of the Gypsies»,
Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ακόμη, με σχετική ακρίβεια, πόσοι Τσιγγάνοι από όλη την Ευρώπη έχασαν τη ζωή τους από τον ναζισμό. Οι αριθμοί που προτείνονται από διάφορους ερευνητές έχουν μεγάλη απόκλιση μεταξύ τους, το ίδιο και οι αριθμοί για τον συνολικό πληθυσμό τους πριν από την άνοδο του ναζισμού και τον πόλεμο. Δεν είναι πάντως πιθανό να ανέρχονται σε 500.000, όπως συχνά λέγεται από επίσημα και ανεπίσημα χείλη.
Γιατί τα θυμίζω όλα αυτά; Για να πω τούτο το απλούστατο: οι φασισμοί, ναζισμοί, ολοκληρωτισμοί και λοιποί καταποντισμοί δεν επινοούν εκ του μηδενός τους εχθρούς που θα εξοντώσουν, τους βρίσκουν έτοιμους από την κοινωνία, από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπά της.
Θα προσθέσω και κάτι τελευταίο: δικαιοσύνη δεν υπάρχει στη ζωή, δεν υπάρχει ούτε στον θάνατο. Για τους Τσιγγάνους που εξολόθρεψε το ναζιστικό καθεστώς, δεν υψώνονται μνημεία, δεν γίνονται συνέδρια και ημερίδες, δεν ιδρύονται μουσεία. Τα σχετικά βιβλία πιάνουν ένα-δυο ράφια. Οι Τσιγγάνοι δεν έχουν λογίους, δεν έχουν ερευνητές και πανεπιστήμια και περιοδικά και όλα τα σχετικά. Εξακολουθούν να περιφέρονται μέσα στη γενική περιφρόνηση και εχθρότητα. Δεν θέλω να κάνω ανοίκειες συγκρίσεις. Κανένα από τα ναζιστικά εγκλήματα δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γενοκτονία των Εβραίων. Κανένα απολύτως. Αυτό όμως δεν είναι λόγος να μην αποδώσουμε σε αυτούς τους παρίες της Ιστορίας όση δικαιοσύνη και μνήμη τους αναλογεί. Τούτη η δικαιοσύνη προς τους νεκρούς Τσιγγάνους, θύματα του ναζισμού, ίσως συμβάλει, λέω ίσως, και στον σεβασμό προς τους ζωντανούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου